Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Αρχαία Ελληνική Τέχνη


ΛΑΪΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ
«ΑΡΙΣΤΑΡΧΟΣ Ο ΣΑΜΟΘΡΑΞ»










ΘΕΜΑ:Εντοπίστε, με συγκεκριμένα παραδείγματα, τις αλλαγές που διαμορφώνονται στην αρχαία ελληνική τέχνη – γεωμετρική, αρχαϊκή, κλασική, ελληνιστική εποχή -,  ως αποτέλεσμα των μεταβολών στο πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και ιδεολογικό πλαίσιο της κάθε εποχής.  Η εργασία πρέπει να είναι 4.000 λέξεις.













ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ  Γ. ΣΙΚΛΑΦΙΔΟΥ












Αλεξανδρούπολη
ΙΟΥΝΙΟΣ 2011




Διδάσκων: Λαμπίδης Δημοσθένης





ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Περιεχόμενα……………………………………………………………..................σελ.2

Εισαγωγή………………………………………………………………...............….σελ.3


1. Γεωμετρικοί χρόνοι 900 - 700 π.Χ……………………..................……….σελ.4

2.Αρχαϊκοί χρόνοι 700-480π.Χ……………………………..........……… …....σελ.5

        2.1 Αρχιτεκτονική…………………………………...........…...……..σελ.6

             2.2 Γλυπτική…………………………………………............……σελ.6

                  2.4 Κεραμικη……………………………………….........……σελ.8

3. Κλασσικοί χρόνοι,  480- 323 π.χ……………………………….............…..σελ.9  

           3.1Η Πρώιμη περίοδος [480-450 π.Χ.] ……..………………………...σελ.9

                3.2 Η Ώριμη περίοδος [450-420 π.Χ.]……..…………………..…σελ10

                   3.3Ύστερη Κλασική Περίοδος: (390-323 π.Χ.) .……………...σελ11

4. Ελληνιστική Εποχή (323-31 π.Χ.)…………………………………...........σελ.12

 


Βιβλιογραφία……………………………………………………………............σελ. 15





















ΕΙΣΑΓΩΓΗ


1.     Τι είναι τέχνη

Τέχνη (από το ρήμα τίκτω = γεννώ, δημιουργώ) είναι η ικανότητα δημιουργίας έργων που προκαλούν αισθητική συγκίνηση, αποτελούν γνήσια έκφραση του εσωτερικού κόσμου του ατόμου μέσω του ωραίου, επιτελούν λειτουργία ουσιαστικής επικοινωνίας και στηρίζονται στην αναπαράσταση της πραγματικότητας ή της φαντασίας.[1]
Κάθε δημιουργία που με ειλικρίνεια εκφράζει το αίσθημα που βίωσε ο καλλιτέχνης και χωρίς ανάγκη ερμηνείας και εξήγησης το μεταβιβάζει άμεσα στον αποδέκτη του έργου, δημιουργώντας μια συναισθηματική ένωση ανάμεσά τους.[2]
Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα φαινόμενα του παγκόσμιου πολιτισμού και συνέβαλε καθοριστικά στη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της αισθητικής του σύγχρονου δυτικού κόσμου[3]
Όσον αφορά την ουσία της τέχνης, ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης τη χαρακτήρισαν σαν μίμηση και αναπαράσταση της πραγματικότητας.
Κατά τον Πλάτωνα, η τέχνη είναι "μίμησις μιμήσεως", γιατί η πραγματικότητα που αντιγράφει η τέχνη, είναι και αυτή αντίγραφο ενός άλλου, νοητού κόσμου (Πολιτεία).
Η Αριστοτελική λογική συνδέει άρρηκτα τις λογικές διαδικασίες με τον προφορικό λόγο, παραβλέποντας τη γενική αυτοτέλεια των νοητικών διεργασιών που έχει αναγνωρίσει η σύγχρονη μαθηματική λογική. Ο Αριστοτέλης, θεωρεί ως πηγή του καλού τον ρυθμό τη συμμετρία και την αρμονία (Ποιητική) και απαριθμεί δέκα κατηγορίες αξιολόγησης του αισθητικού αντικειμένου:
 ουσία, ποσόν, ποιόν, προς τι, που, πότε, κείσθαι, έχειν , ποιείν, πάσχειν.[4]
Στην εργασία αυτή , θα προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τις αλλαγές που διαμορφώθηκαν στους αρχαίους Ελληνικούς χρόνους στην τέχνη σε συσχέτιση πάντα με τις πολιτικές – οικονομικές – κοινωνικές αλλαγές στην κάθε εποχή.

















2. ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Η μετάβαση της Ελλάδας από τους Σκοτεινούς χρόνους στη Γεωμετρική περίοδο ξεκίνησε στα μέσα του 9ου αιώνα π.Χ., όταν οι εμπορικές σχέσεις με την Ανατολή -οι οποίες είχαν διακοπεί μετά την κατάρρευση του μυκηναϊκού κόσμου- άρχισαν σταδιακά να αποκαθίστανται. Η περίοδος που ακολούθησε από το 900 ως το 700 π.Χ. περίπου- ονομάζεται συμβατικά "Γεωμετρική" από το γεωμετρικό ρυθμό κεραμικής που αναπτύχθηκε αρχικά στην Αθήνα και διαδόθηκε και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Παρόλο που ο ρυθμός της ανάκαμψης δεν ήταν ομοιόμορφος για όλες τις περιοχές, κατά τον 8ο αιώνα σημειώθηκε μια κατακόρυφη άνοδος του βιοτικού επιπέδου σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο. Η αντίθεση σε σχέση με την πενία των προηγούμενων αιώνων ήταν τόσο έντονη, ώστε η περίοδος αυτή συχνά ονομάζεται "ελληνική Aναγέννηση".
Στη Γεωμετρική περίοδο η διακόσμηση της κεραμικής εξελίχθηκε ταχύτερα και στην περίπτωση της Aθήνας -μέσω των πρώτων εικονιστικών παραστάσεων- έγινε φορέας της ιδεολογίας και των αξιών της άρχουσας τάξης. Αν και δεν μπορούμε ακόμα να μιλήσουμε για ανατομικά ακριβή γλυπτική, οι πρώτες απόπειρες σχεδιασμού ανθρώπων και ζώων ποικίλλουν ως προς το βαθμό φυσιοκρατικής τους απόδοσης ανάλογα με το υλικό κατασκευής. Έντονα αφαιρετικά και σχηματοποιημένα εμφανίζονται τα χαλκά ειδώλια. Τα ελάχιστα δείγματα πηλοπλαστικής είναι λίγο πιο ζωντανά, καθώς το υλικό τους επιτρέπει περισσότερο ρέουσες φόρμες. Τα ελεφάντινα όμως είναι εκείνα που διακρίνονται για την καλύτερη απόδοση των ανατομικών τους λεπτομερειών. Το γεγονός αυτό οφείλεται εν μέρει στις ιδιότητες του υλικού τους, οπωσδήποτε όμως και στις επιρροές από την Ανατολή, που είναι άλλωστε και η πηγή προέλευσής του.
Οι αιώνες που ακολουθούν μετά την κάθοδο Των Δωριέων στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται ως Γεωμετρική εποχή γιατί η κατ εξοχή μαρτυρία της εποχής η τέχνη και ειδικότερα η αγγειογραφία είναι ολοκληρωτικά συνεπαρμένη από τη γεωμετρική διακόσμηση. Το γεωμετρικό στυλ που κρατά από τα 1050 ως τα 700 π.Χ. πρωτοεμφανίστηκε στην Αθήνα. Αρχικά τα σχέδια περιορίζονται σε ομόκεντρα ημικύκλια και κύκλους σχεδιάζονται με διαβήτη και παίρνουν το πάνω μέρος του αγγείου. Αργότερα, καθώς το γεωμετρικό ρεπερτόριο πλουτίζεται ι με παράλληλες ή διασταυρούμενες γραμμές, τετραγωνίδια, τρίγωνα, ρόμβους και κυρίως μαιάνδρους, καλύπτεται ολόκληρη η επιφάνεια του αγγείου. ‘Όμως τα διακοσμητικά σχέδια ακολουθούν μια αυστηρή και λογική διάταξη στις αυστηρά καθορισμένες ζώνες που γυροφέρνουν το αγγείο.
  Στο τέλος της περιόδου φιγούρες ανθρώπων, κι αυτές γεωμετρημένες, οργανώνονται     σε συνθέσεις που περιγράφουν μια σκηνή, συνηθέστερη είναι η «πρόθεση» κι "εκφορά"  του νεκρού με συνοδευτικές παραστάσεις πομπών με άρματα, όπως τις συναντούμε στους τεράστιους αμφορείς και κρατήρες του Διπύλου που στήνονταν μνημεία στους τάφους. Άλλες παραστάσεις με πλοία είναι ίσως εμπνευσμένες από τα επικά τραγούδια, μύθους και παραδόσεις. (Σε αυτή την εποχή, εξάλλου εμφανίζονται τα Ομηρικά έπη, η ελληνική μυθολογία, η ολυμπιακή θρησκεία).

Τα σχήματα των αγγείων είναι τώρα διαρθρωμένα με αισθητικές αναλογίες στα τρία βασικό τους μέρη, τη βάση, κοιλιά και λαιμό. Σχήμα και διακόσμηση του αγγείου υπακούουν στις ίδιες βασικές αρχές, αναλογία, συμμετρία, ακρίβεια, σαφήνεια και λιτότητα, αρχές που καθιέρωσε η Γεωμετρική εποχή και που αποτέλεσαν τη βάση για την εξέλιξη της Ελληνικής τέχνης. Οι ίδιες αρχές ακολουθούνται και στη γλυπτική της εποχής γνωστή από τα μικρά ειδώλια ανθρώπων, κενταύρων, αλόγων.

Η εξέλιξή της τέχνης στη Γεωμετρική εποχή, που κρατά περισσότερο από 4 αιώνες, επιτελείται με αργό αλλά σταθερό ρυθμό, αθόρυβα, σε μια Ελλάδα κλειστή στον εαυτό της, απομονωμένη από τον έξω κόσμο, του ζυγίζει τις δυνάμεις της, πλάθει και σφυρηλατεί για πρώτη φορά τα βασικά χαρακτηριστικά του ελληνικού Πνεύματος.
[5]



2.Αρχαϊκοί χρόνοι 700-480π.Χ

Η συνείδηση από όλους τους Έλληνες της κοινής καταγωγής, εθίμων και γλώσσας ενισχύθηκε στην Αρχαϊκή περίοδο. Παράλληλα, ωστόσο, καλλιεργήθηκε και ένα αίσθημα ιδιαίτερης "τοπικής" υπερηφάνειας, που σχετιζόταν με την ανάπτυξη των πόλεων-κρατών. Στην Αθήνα οι κοινωνικές δομές προσδιορίζονται σαφέστερα μεταξύ του 8ου και του 6ου αιώνα π.X. Ο δήμος, μια μορφή κοινωνικής συγκρότησης γνωστή από παλαιότερες εποχές, είναι ο τελευταίος που αποκτά θεσμοθετημένη υπόσταση στα τέλη του 6ου αιώνα π.X. Στη διάρκεια του ίδιου αιώνα γίνεται σαφής διαχωρισμός των τάξεων, ενώ παράλληλα αυξάνει -σε σχέση με το παρελθόν -η κοινωνική κινητικότητα. Η σχέση του ανθρώπου με το θείο, η προώθηση αξιών όπως η ατομική πρωτοβουλία, η εφευρετικότητα, η αναγωγή της ιδιαιτερότητας σε δικαίωμα και της ελευθερίας σε αγαθό, η ιδέα του μέτρου και του καιρού, φανερώνουν τις ανθρωποκεντρικές ανησυχίες της κοινωνίας την Αρχαϊκή περίοδο.
Οι πόλεις-κράτη, στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν καταρχάς και στη συνέχεια να επιβληθούν στις γειτονικές τους, επιστρατεύουν μια σειρά από ιδεολογικά-προπαγανδιστικά επιχειρήματα. Μεταξύ αυτών των επιχειρημάτων η ανωτερότητα της καταγωγής και ο συστηματικός εξωραϊσμός του παρελθόντος είναι ήδη πολύ αναπτυγμένα στα αρχαϊκά χρόνια. Οι πόλεις προβάλλουν μία ιδιαίτερη σχέση με κάποια θεότητα, κάποτε μάλιστα και την απευθείας καταγωγή τους από αυτήν. Άλλες, ωστόσο, αρκούνται σε μία ηρωική καταγωγή. Mε θεούς και ήρωες συνδέονται και οι θεσμοί και κάθε πόλη με φιλοδοξίες είναι πεπεισμένη για την ανωτερότητα των δικαιοδοτικών και πολιτειακών της θεσμών. Η επανεμφάνιση της γραφής σε μία νέα, πολύ εύχρηστη μορφή συντέλεσε αποφασιστικά στην εδραίωση παλαιών και στη διαμόρφωση νέων αξιών της αρχαϊκής κοινωνίας. Ισχυροποιήθηκε η συνείδηση της κοινής γλώσσας και καταγωγής, οριστικοποιήθηκε η παράδοση των ομηρικών επών και γεννήθηκαν οι προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της ατομικότητας.. Από την πίστη στη μαντική και τη μαγεία -με έντονη την επιρροή του Ανατολικού κόσμου- αναδύθηκαν σταδιακά οι πρώτες επιστήμες όπως η ιατρική. Το Δελφικό μαντείο, ως πανελλήνιο ιερό, συνέβαλε στη διαμόρφωση των κοινωνικών αξιών και των πολιτικών θεσμών της Αρχαϊκής περιόδου. Oι αλλαγές που συγκλόνισαν την ελληνική κοινωνία στη διάρκεια της Αρχαϊκής περιόδου καθρεφτίστηκαν και σε πολλά χαρακτηριστικά της ελληνικής θρησκείας. Oι τελετές θυσιών, σπονδών και εξαγνισμού, αν και δεν ήταν οι ίδιες σε όλες τις πόλεις, υπάκουαν στους γενικούς κανόνες της σχέσης του ανθρώπου με το θείο, όπως σε αυτόν της προσφοράς και του ανταλλάγματος. Οι γιορτές ακολουθούσαν πια συγκεκριμένες τελετουργικές διαδικασίες με καθορισμένη περιοδικότητα. Σταδιακά, ορισμένες από τις τιμές που αποδίδονταν καταρχάς σε νεκρούς και ήρωες, όπως οι αγώνες, αποδόθηκαν στους θεούς. Πανάρχαιες τελετουργίες μύησης, κατά την περίοδο αυτή, μετέβαλαν τον κοινωνικό τους χαρακτήρα, διεύρυναν τη λαϊκή τους βάση και αποκρυσταλλώθηκαν σε μυστηριακές λατρείες.
[6]



2.1 Αρχιτεκτονική
Στις παλιότερες περιόδους της ελληνική ιστορίας (π.χ. στη μινωική ) δεν υπήρχαν ξεχωριστοί ναοί και η λατρεία των θεών γινόταν στα ιερά που βρίσκονταν ή μέσα στα ανάκτορα ή στις επαύλεις. Μετά τα γεωμετρικά χρόνια και αφού οι Έλληνες γνώρισαν τους πολιτισμούς των ανατολικών λαών και επηρεάστηκαν από αυτούς, άρχισαν να κτίζουν ξεχωριστά οικήματα, τους ναούς, για να λατρεύουν εκεί τους θεούς τους. Μέσα στο ναό δεν υπήρχε τίποτα άλλο εκτός από το άγαλμα του θεού ή της θεάς. Ο κόσμος παρέμενε γύρω από το ναό. Εξάλλου ο βωμός για τη θυσία βρισκόταν κι αυτός έξω από το ναό, εκτός από σπάνιες εξαιρέσεις. Μετά την ξεχωριστή φροντίδα που έδειχναν για την κατασκευή του αγάλματος φρόντιζαν και την εμφάνιση του ναού. Για τους αρχαίους Έλληνες κι ο ναός ήταν κι αυτός ένα «άγαλμα». Άλλωστε η λέξη άγαλμα σημαίνει αυτό που κάνει το θεό να αγάλλεται, να χαίρεται. Στην αρχή οι πρώτοι ναοί είναι ξύλινοι, αργότερα όμως, γίνονται από μάρμαρο. Η κατεύθυνση ενός ναού είναι από την Ανατολή προς τη Δύση, σ' αντίθεση με τους χριστιανικούς ναούς που έχουν κατεύθυνση από τη Δύση προς την Ανατολή.

2.2 Γλυπτική

Στην αρχαϊκή περίοδο καθιερώνεται μια οπτική γλώσσα, επικεντρωμένη στην έκφραση της φυσικής τελειότητας της ανθρώπινης μορφής μέσω του μνημειακού χαρακτήρα της γλυπτικής. Μπορούμε να διακρίνουμε τρεις κυρίαρχες τάσεις: μία πρώιμη, που σχετίζεται με το δαιδαλικό ρυθμό, μία ώριμη που σχετίζεται με τις μορφές του κούρου και της κόρης και μία ύστερη η οποία συνδέεται με την αρχιτεκτονική αξιοποίηση της γλυπτικής. O «δαιδαλικός ρυθμός» ως όρος χρησιμοποιείται για να αποδώσει μια συγκεκριμένη τεχνοτροπία που αναπτύχθηκε στον 7ο π.Χ αιώνα, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το αφιέρωμα της Νικάνδρης από τη Νάξο στο ιερό της Δήλου.
Το γλυπτό, έργο ναξιακού εργαστηρίου, αναπαριστά πιθανώς τη θεά Αρτέμιδα και όσον αφορά στη δομή του θυμίζει πραγματικά ξόανο, «δαίδαλο», καθώς είναι λεπτό στη διατομή, με πλάτος μόλις 17 εκ. και ύψος 1,75 μ.. Το αριστερό χέρι λείπει στο ύψος του αγκώνα περίπου και τα μαλλιά είναι χτενισμένα στο ιωνικό πρότυπο. Το ένδυμα καλύπτει το σώμα ως τα ακροδάκτυλα των ποδιών και η απόδοσή του γίνεται με τρόπο μινιμαλιστικό, χωρίς καμία ιδιαίτερη έμφαση στις πτυχώσεις ή τα χαρακτηριστικά του φύλου. Η τεχνοτροπία του είναι είναι αυστηρή, γεωμετρική και συντηρητική ως προς την αντίληψη της μορφής και της θηλυκής ενδυματολογίας. Ο προσδιορισμός της ταυτότητας της Νικάνδρης εδώ γίνεται -βάσει της επιγραφής που φέρει το άγαλμα- μέσω της σχέσης της με τον πατέρα της, τον αδελφό της και το σύζυγό της, γεγονός που υποδεικνύει την άμεση εξάρτηση της θέσης της γυναίκας από τη θέση των ανδρών με τους οποίους σχετίζεται. (εικ.3)  Αρχαϊκή Πλαστική, Δαιδαλική, Νικάνδρη
                                                          
Τα αγάλματα της ώριμης αρχαϊκής περιόδου περιγράφονται γενικώς ως κούροι (εικ.4) και κόρες. Οι κούροι είναι γυμνοί, ενώ οι κόρες εμφανίζονται ενδεδυμένες, με τρόπο μάλιστα που στην πρώιμη αρχαϊκή περίοδο δεν τονίζει ιδιαίτερα το θηλυκό στοιχείο, όπως στο παράδειγμα της Πεπλοφόρου.
Εδώ, το δεύτερο σημαντικό στοιχείο της ελληνικής γλυπτικής είναι η απομάκρυνσή της από τον αιγυπτιακό κανόνα και η σαφής προσπάθεια δημιουργίας μιας νέας αντίληψης για την απεικόνιση του σώματος, καθώς και τους τρόπους στερέωσης των αγαλμάτων. Το τρίτο κυρίαρχο στοιχείο είναι η τοποθέτηση των αγαλμάτων στα αετώματα και τις προσόψεις των ναών, γεγονός που τους προσδίδει αναθηματικό χαρακτήρα και σαφή σχέση με το ιδιότροπο θρησκευτικό ένστικτο των Ελλήνων για την ανθρωπομορφική απεικόνιση του θείου. Κυρίαρχο θέμα των αγαλμάτων ή των ισχυρών ανάγλυφων είναι θεοί και θνητοί σε μάχη, σε επαναλαμβανόμενα μυθολογικά μοτίβα [7]                                             Αρχαϊκή πλαστική 625-570, Κούρος Νέας Υόρκης
                                                                                          Εικ.4
2.4 Κεραμικη

Η Αρχαϊκή εποχή επιδρά σε όλες τις τέχνες. Τα ομηρικά έπη, θρύλοι και παραδόσεις, θεοί και ημίθεοι, ήρωες και κοινοί θνητοί, πράξεις παλιές αλλά και σύγχρονες προσφέρουν ένα ανεξάντλητα θεματολόγιο που εμπνέει συνέχεια και που βρίσκει την εικαστική του έκφραση, σ’ ένα καινούριο, ταιριαστό για την περίπτωση είδος αναπαράστασης, τις διηγηματικές αφηγηματικές σκηνές που αφθονούν στην αρχαϊκή αγγειογραφία.[8] Στην Κεραμική μέσα στην συγκεκριμένη περίοδο μπορούμε να διακρίνουμε 3 μεγάλες φάσεις. Κατά την «Ανατολίζουσα Περίοδο» (700 – 630 π.Χ.) διακρίνουμε πως η κεραμική έχει αλλάξει ριζικά. Η δημιουργία αποικιών στα τέλη της γεωμετρικής εποχής κι η άμεση επαφή της Ελλάδας με νέους κόσμους είχε ως αποτέλεσμα την αλλαγή κι έτσι από τα Γεωμετρικά σχέδια η Ελλάδα οδηγήθηκε σε νέου τύπου σχέδια. Ουσιαστικά η Ανατολίζουσα Περίοδος είναι η χρήση του Μελανόμορφου Ρυθμού από τους δημιουργούς του τους Κορίνθιους. Από το 630 με 620 π.Χ. περίπου η Μελανόμορφη Αγγειογραφία εμφανίζεται και στην Αθήνα. Η Αθήνα δημιουργεί μοναδικά έργα Κεραμικής κι έτσι εισερχόμαστε πλέον σε μια νέα περίοδο στην περίοδο που ο Μελανόμορφος ρυθμός έχει βρει πλέον τον δρόμο του. Έργα της περιόδου έχουν βρεθεί παντού και σε μέρη έξω από την Ελλάδα καθώς κατάφερε να ξεπεράσει τα σύνορα της τα οποία εκείνη την περίοδο εκτείνονταν σε ένα μεγάλο μέρος της Ανατολικής Μεσογείου. Κατά το 500 περίπου π.Χ. θα δώσει την θέση του σε μια νέα μορφή Αγγειογραφίας η οποία είναι γνωστή ως «Ερυθρόμορφος Ρυθμός» κι η οποία θα καταφέρει να κρατηθεί μέχρι και τα τέλη της Κλασικής Περιόδου! Φαίνεται πως σιγά σιγά η Ελλάδα μπαίνει σε μια νέα φάση καθώς προσπαθεί να αγγίξει το τέλειο και την λεπτομέρεια. Αυτό το βλέπουμε κι από διάφορα άλλα μικροαντικείμενα όπως το Κτένι του Ιερού της Αρτέμιδος στην Σπάρτη (650 – 625 π.Χ.)[9]

           
Μελανόμορφοςαμφορέας-Γιγαντομαχία
πηλός
Ελληνικό(Αττικό)
Αρχαϊκήπερίοδος
515-510π.Χ.
Απόδοση: Ομάδα του Λεάγρου© Ίδρυμα Ν.Π. Γουλανδρή –
ΜουσείοΚυκλαδικήςτέχνης.
Συλλογή Κ. Πολίτη, αρ. 98



3.Κλασσικοί χρόνοι,  480- 323 π.χ.

Οι εσωτερικοί αγώνες και οι πολιτικές εξελίξεις δεν εμπόδισαν τους Αθηναίους των κλασικών χρόνων να αντιληφθούν πόσο μεγάλος ήταν ο κίνδυνος που τους απειλούσε με την αδιάκοπη αύξηση της επιρροής των Περσών. Μπροστά στην απειλή αυτή το σύνολο των Ελλήνων ενώνεται και το ιδεώδες της ελευθερίας προστατεύεται απ΄όλους.

Μετά το τέλος του πολέμου , τη μεταρρύθμιση του Κλεισθένη και την πτώση των Πεισιστρατιδών, αλλάζει ουσιαστικά το πλαίσιο της πόλης κράτους, που έχει σχέση κυρίως με τους όρους απόκτησης της ιδιότητας του πολίτη και τη δυνατότητά του να συμμετέχει στις αποφάσεις. Ο πολίτης παίζει πλέον ένα δημιουργικό ρόλο. Το εμπόριο και η ναυτιλία συνεχίζουν να γνωρίζουν πρωτοφανή άνθηση, με παράλληλη άνοδο του βιοτικού επιπέδου των πολιτών. Η θρησκεία αποκτά τελετουργικό χαρακτήρα και εντάσσεται στον περιορισμένο χώρο της πόλης. Εξακολουθεί η θεοποίηση των ηρώων και η απόδοση των θεών με ανθρώπινη μορφή όπως και στην αρχαϊκή περίοδο. Προς τιμήν των θεών, βοηθών των Ελλήνων στους περσικούς πολέμους, χτίζονται περίλαμπροι ναοί (Ναός του Διός στην Ολυμπία) Πρότυπο πόλης της εποχής αποτελεί η Αθήνα, η οποία φτάνει στο απόγειο της δόξας της κατά την περίοδο της δημοκρατίας του Περικλή και δεσπόζει ως πρώτη δύναμη στη συνείδηση του ρόλου του πολίτη. Η πολιτική ισχύς της Αθήνας, όπως επίσης και η οικονομική της ευρωστία, συντελούν στην άνθηση του πνεύματος και των τεχνών. 

3.1Η Πρώιμη περίοδος [480-450 π.Χ.] ή περίοδος του αυστηρού ρυθμού.

 Χαρακτηριστικά η ιδιαίτερα έντονη σοβαρότητα και το εσωτερικό μέγεθος των μορφών, αντανάκλαση του πνευματικού πλαισίου της εποχής. Η δυνατή έκφραση της θεϊκής μεγαλοπρέπειας και του αθλητικού ήθους [Ηνίοχος των Δελφών]. Η αντικατάσταση των κούρων της αρχαϊκής εποχής με αγάλματα όρθιων νέων με αθλητική εξάρτηση, αλλά και της κόρης με τον δωρικό τύπο της πεπλοφόρους γυναίκας με φόρεμα από βαρύ μάλλινο ύφασμα που αναδεικνύει πλέον τη δομή του σώματος με τον περιορισμό των πτυχών του.
Στις δημιουργίες αυτής της περιόδου και τα πρώτα πορτραίτα προσωπικοτήτων αλλά και συμπλέγματα αγαλμάτων ηρώων.


Γλυπτικές συνθέσεις διακόσμησαν αετώματα και μετόπες δωρικών ναών [Ναός του Διός στην Ολυμπία].

Παράδειγμα επίσης αυστηρού ρυθμού το πρωτότυπο χάλκινο άγαλμα του Δία ή Ποσειδώνα του Αρτεμισίου, 460 π.Χ., με θαυμάσια απόδοση της κίνησης και της διάπλασης του κορμιού. Οι γλύπτες της περιόδου αυτής έθεσαν τα θεμέλια της κλασικής φόρμας που θα ολοκληρώσει η γενιά του Φειδία και Πολύκλειτου.
Η προβολή της μετατόπισης του βάρους στη γλυπτική με την τεχνική του χιασμού ή αντίθεσης των κινήσεων. Το βάρος του σώματος μετατοπίζεται στο ένα σκέλος, κάτι που έχει ως συνέπεια την αλυσιδωτή μετατόπιση και των υπόλοιπων μελών. Το σώμα στη μία πλευρά είναι χαλαρωμένο, ενώ στην άλλη τεντώνεται, προκειμένου να σηκώσει το βάρος του σώματος, αποκαλύπτοντας έτσι τις παραγόμενες μυϊκές εντάσεις. Το πρώτο άγαλμα που απεικονίζει αυτές τις ιδιότητες είναι ο Παις του Κριτίου [490-480 π.Χ.], αν και …απόγονος του κούρου. Ανήκει όμως στον αυστηρό ρυθμό, καθώς έχει εγκαταλειφθεί και το αρχαϊκό μειδίαμα των κούρων αλλά και το αρχαϊκό στυλ της κόμης
.[10]

3.2 Η Ώριμη περίοδος [450-420 π.Χ.]

Η ώριμη περίοδος  με χαρακτηριστικό την επανεκτίμηση του μέτρου του ανθρώπινου σώματος: η κίνηση και η απεικόνιση του σώματος γίνεται περισσότερο ρεαλιστική. Το καλύτερο παράδειγμα, οΔισκοβόλος του Μύρωνα, όπου ο γλύπτης καταφέρνει όχι μόνο να παγώσει την κίνηση φωτογραφικά, αλλά να προϊδεάσει το θεατή για μια σειρά κινήσεων που θα καταλήξουν στη ρίψη του δίσκου. Και όσο πιο πραγματική αποδίδεται η κίνηση, τόσο περισσότερο οι γλύπτες προσπαθούν να συλλάβουν την ιδανική ανθρώπινη μορφή, αναπτύσσοντας ένα κανόνα αναλογιών. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, για όλα τα πράγματα, έτσι και για το ανθρώπινο σώμα, υπάρχει μια τέλεια μορφή που ενσωματώνει το κάλλος και το αγαθό. Όλα τα ανθρώπινα σώματα είναι αντίγραφα αυτού του τέλειου πλατωνικού σώματος. Ο Πολύκλειτος αφιερώθηκε στην ιδέα της συμμετρίας και την ανάπτυξη ενός ιδανικού τύπου για το ανθρώπινο σώμα. Στο διασημότερο έργο του,Δορυφόρος [το σημερινό είναι ρωμαϊκό αντίγραφο του πρωτότυπου], αποτυπώνεται ο Κανόνας -η πρώτη πιθανώς γραμματεία για τη γλυπτική- ο ιδανικός τύπος, εύρωστος με φαρδείς ώμους και στιβαρό μυϊκό σύστημα. Η στάση του αντανακλά την ιδέα του καλλιτέχνη για τη συμμετρία, καθώς το δεξί πόδι, που στηρίζει το βάρος και το αριστερό χέρι, που κρατά το δόρυ, βρίσκονται σε ένταση, ενώ τα αντίθετα άκρα είναι χαλαρά και ελεύθερα, θυμίζοντας πολύ την κίνηση στον Παίδα του Κριτίου. Η συμμετρία των άκρων συνεισφέρει στη γενική αίσθηση ισορροπίας της μορφής. Ο Κανόνας του υιοθετήθηκε από πολλούς γλύπτες της ώριμης κλασικής περιόδου και έτσι οι ανθρώπινες μορφές στη συγκεκριμένη εποχή τείνουν να είναι λιτές και μυώδεις παρουσιάζοντας το ιδανικό κάλλος.
Την αυστηρότητα των πρώιμων μορφών έχουν τώρα πια διαδεχθεί η ηπιότητα και η ωριμότητα. Τα χαρακτηριστικά της κλασικής τέχνης έχουν αποκρυσταλλωθεί στα γλυπτά του Παρθενώνα, έργο του Φειδία, όπου εικονίζονται γεγονότα της καθημερινής ζωής.
-Ωστόσο, οι συνέπειες του Πελοποννησιακού πολέμου [431-404 π.Χ.] φάνηκαν όχι μόνο στην αθηναϊκή κοινωνία αλλά και στην τέχνη, τη γλυπτική. Ο κόσμος της αρμονίας ξεφεύγει από τον έλεγχο και γύρω στο 420 π.Χ. διαμορφώνεται στην Αθήνα ένα νέο καλλιτεχνικό ρεύμα, ο πλούσιος ή ελεύθερος ρυθμός [420-380 π.Χ.] με χαρακτηριστικά: την αποτύπωση της εσωτερικής ζωής των μορφών όχι μόνο με έντονη κίνηση του σώματος και συσπάσεις των προσώπων αλλά και με την απόδοση του ενδύματος που άλλοτε με πλούσιες πτυχές κυματίζει και άλλοτε κολλά διάφανο στο σώμα εκφράζοντας έναν αισθησιασμό. Τα στοιχεία αυτά διαδόθηκαν ακόμα περισσότερο κατά τον 4ο αι. π.Χ., όταν η γλυπτική έδειξε να γοητεύεται από την εξερεύνηση της ανθρώπινης εμπειρίας αποδίδοντας τη συγκίνηση, τη χάρη, τη μανία, τον πόθο ή τον αισθησιασμό στα όρια του ερωτισμού.
[11]

Τα γλυπτά της τελευταίας εικοσαετίας του 5ου αιώνα π.Χ. ενδιαφέρονται περισσότερο για τη δομή των σωμάτων, το ένδυμα και την περίτεχνη πτυχολογία του. Οι μορφές γίνονται πιο αιθέριες, αρχίζουν να συστρέφονται γύρω από έναν κεντρικό άξονα και το γυναικείο σώμα σταδιακά αποκαλύπτεται με ευγένεια και κομψότητα. Τα χαρακτηριστικά αυτά προσδιορίζουν το λεγόμενο πλούσιο ρυθμό και εμφανίζονται κυρίως στα έργα των μαθητών του Φειδία.[12]

Στην αρχιτεκτονική ο Απόλλωνας από το δυτικό αέτωμα του Ναού του Διός στην Ολυμπία είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα της τέχνης της Κλασικής Εποχής. Τότε κυριαρχεί η αρμονία! Το κορυφαίο όμως μνημείο που θα καταφέρει μέχρι και τις μέρες μας να προκαλεί τον θαυμασμό είναι αυτό που χτίστηκε προς τιμήν της Θεάς Αθηνάς! Ο Ικτίνος κι ο Καλλικράτης αποτέλεσαν τους αρχιτέκτονες ενώ ο Φειδίας ήταν αυτός που έφτιαξε το γλυπτό διάκοσμο. Το μνημείο αυτό που χτίστηκε από το 447 μέχρι το 432 π.Χ. θα χαρακτηρίζει πλέον ολόκληρη την Ελλάδα. Το 432 π.Χ. φτάνει κι ο Παρθενώνας έχει ολοκληρωθεί!

Ο ΠαρθενώναςΌχι άδικα, ο Παρθενώνας αποτελεί ένα μοναδικό κτίσμα. Χτισμένος από Πεντελικό μάρμαρο δεσπόζει πάνω στον Ιερό Βράχο της Ακροπόλεως. Είναι ένας μοναδικός δωρικού ρυθμού ναός! Ο Παρθενώνας από εδώ και πέρα θα είναι το σήμα κατατεθέν για την Ελλάδα. Θα καταφέρει να συνδεθεί με όλες τις φάσεις της ιστορίας της χώρας και από αυτό μπορεί κανείς να κατανοήσει πόσο οι άνθρωπο δέθηκαν με αυτό το Ιστορικότατο κτίσμα μοναδικής ομορφιάς! Αργότερα θα λεηλατηθεί, θα υποστεί μετατροπές, θα βομβαρδιστεί, θα καταστραφεί, θα περάσει από κακουχίες ωστόσο πέρα από όλα αυτά θα καταφέρει να μείνει ζωντανός και να συνεχίζει να στέκει όρθιος και από ψηλά να δείχνει σε όλους Έλληνες και μη πως οι Έλληνες μεγαλούργησαν και συνεχίζουν να μεγαλουργούν!

Ένα σημαντικότατο τμήμα του Παρθενώνα είναι η Ζωφόρος η οποία αποτελεί μια ζώνη με ανάγλυφες παραστάσεις. Στη Ζωφόρο συνολικού μήκους 160 ολόκληρων μέτρων απεικονιζόταν η πομπή των Παναθηναίων. Θεότητες, άνθρωποι, άρματα, άλογα, ζώα θα καλύψουν το μεγαλύτερο μέρος της. Η ανατολική Ζωφόρος είναι η σημαντικότερη καθώς στην συγκεκριμένη παρατηρείται η κορύφωση της πομπής κι η παράδοση του πέπλου δηλαδή του δώρου των Αθηναίων στην Θεά Αθηνά! Παράλληλα στην ίδια βλέπουμε και τους Θεούς του Ολύμπου. Ο Παρθενώνας επίσης αποτελείται από τα Αετώματα τα οποία ήταν τριγωνικής μορφής. Ήταν περίλαμπρα και ήταν τα τελευταία που δέχθηκαν την γλυπτή διακόσμηση. Άλλα σημαντικά τμήματα του Παρθενώνα είναι οι Μετόπες. 

3.3Ύστερη Κλασική Περίοδος: (390-323 π.Χ.)
Η ευσέβεια προς τους θεούς παραμένει, αλλά τα αγάλματά τους διαφοροποιούνται σε σχέση με τα παλαιότερα χρόνια, ενώ στην τέχνη εισάγονται και θέματα ειδυλλιακού χαρακτήρα. Οι τάσεις που σηματοδοτούν τη γλυπτική τέχνη της περιόδου είναι η σπουδή της ανθρώπινης μορφής μέσα στον τρισδιάστατο χώρο, η απομάκρυνση από την ιδεαλιστική προσωπογραφία, η σπουδή της ιδιαίτερης υφής του γυναικείου γυμνού, η χειραφέτηση του ενδύματος και η μελέτη του φυσικού περίγυρου.
Σπουδαίοι γλύπτες θεωρούνται ο Κηφισόδοτος, ο Πραξιτέλης που έπλασε τον έφηβο του Μαραθώνα και την Αφροδίτη της Κνίδου, ο Ευφράνωρ, ο Τιμόθεος, ο Εκτορίδας, ο Θρασυμήδης, ο Βρύαξις, ο Λεωχάρης, ο Σιλανίων, ο Αντίφιλος, ο Σκόπας, που έργα του θεωρούνται το άγαλμα της Πανδήμου Αφροδίτης και ο ναός της Αλέας Αθηνάς, και ο Λύσιππος, ο τελευταίος γλύπτης της ύστερης κλασικής περιόδου και άνοιξε το δρόμο προς την ελληνιστική τέχνη.
Χαρακτηριστικά δείγματα της  γλυπτικής αυτής υπάρχουν στο ναό του Ασκληπιού (αετώματα και ακρωτήρια), στο ναό της Αρτέμις (ακρωτήρια – Νίκες), στο ναό της Αλέας Αθηνάς (αετώματα), καθώς και στο διάκοσμο του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού.[13]

 Ελληνιστική περίοδος ή Ελληνιστική εποχή:(323 π.Χ. - 146 π.Χ.) καθιερώθηκε να λέγεται η περίοδος της αρχαίας ελληνικής ιστορίας που ξεκινά με το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και τελειώνει με την κατάκτηση των βασιλείων της ελληνιστικής Ανατολής από τη Ρώμη.[14]
     Κατά την ελληνιστική εποχή η ελληνική αντίληψη για τη ζωή και την τέχνη θα διαδοθεί από τον Μ. Αλέξανδρο και τους διαδόχους του στα βάθη της Ανατολής και τις Ινδίες, θα επιβληθεί και θα επηρεάσει τις τοπικές δραστηριότητες. Οι  μεγαλύτερες πόλεις στολίζονται με εντυπωσιακά κτίρια, όλα διακοσμημένα με έργα  γλυπτικής, που τα θέματά τους οι καλλιτέχνες τα αντλούν από την παράδοση της κλασικής εποχής. Κυριαρχεί  το στοιχείο της φύσης, οι εικόνες της καθημερινής ζωής, η απεικόνιση της παιδικής ηλικίας κτλ. Οι μορφές εμφανίζονται τρισδιάστατες μέσα στο χώρο και οι καλλιτέχνες επιδιώκουν να αποδώσουν την κίνηση όσο πιο πιστά γίνεται.
    Τα έργα στα ιερά και τους δημόσιους χώρους εικονίζουν διάφορους θεούς (τον Απόλλωνα και το Διόνυσο που δύσκολα ξεχωρίζουν, γιατί οι δημιουργοί αποδίδουν ιδιότητες του ενός στον άλλο, την Αφροδίτη, τον Πάνα, Νύμφες και Σατύρους), ήρωες και ισχυρά πρόσωπα της εποχής (μονάρχες, πολιτικούς, ρήτορες, φιλοσόφους, ποιητές, αθλητές) αλλά και γυναίκες. Στις περισσότερες περιπτώσεις έχουμε να κάνουμε με προτομές, τις οποίες οι πολιτικοί τις θεωρούσαν ως μέσα προβολής, οι αθλητές ως ένδειξη φόρου τιμής και οι γυναίκες ως ένδειξη καταξίωσης λόγω υψηλής κοινωνικής θέσης.  Σημαντικά είναι ακόμη τα ανάγλυφα των επιταφίων μνημείων, τα αναθηματικά ανάγλυφα (προσφορές θνητών σε θεούς ή ήρωες) και τα αντίγραφα των κλασικών έργων.    Δημιουργοί των παραπάνω έργων ήταν οι γλύπτες Χαιρέστρατος (άγαλμα Θέμιδας), Ευτυχίδης (άγαλμα Τύχης στην Αντιόχεια), Χάρης (Κολοσσός της Ρόδου), Πολύευκτος (ανδριάντας Δημοσθένη), Δοιδάλσης(Λουόμενη Αφροδίτη), Φυρόμαχος (Ασκληπιός), Αντίγονος, Στρατόνικος, Επίγονος, Νικήρατος, Δαμοφών, Ευκλείδης, Βόηθος (παιδί με την χήνα), Ευβουλίδης, Αρχέλαος, Φιλίσκος, Απολλώνιος, Ταυρίσκος, Αγήσανδρος, Αθηνόδωρος, Πολύδωρος (Λαοκόων στο Βατικανό).
 Στην ελληνιστική περίοδο αυξάνονται τα κτήρια που χρησιμοποιούν τη ψηφιδωτή διακόσμηση σε διαφορετικούς χώρους από εκείνους του συμποσίου ή του διάκοσμου στον ανδρωνίτη. Γίνεται επίσης σαφές ότι ένα πολύ μεγάλο τμήμα του χώρου στον ελληνιστικό οίκο ήταν αφιερωμένο στη διασκέδαση των φιλοξενουμένων. Η δραστική αύξηση της χρήσης του ψηφιδωτού σε αυτή την περίοδο φαίνεται ότι ήταν προϊόν μιας αυξανόμενης ευημερίας, που συνδυαζόταν με εθιμικές αλλαγές, οι οποίες έκαναν περισσότερο αποδεκτή την επίδειξή της. Από το 200 ΠΚΕ ειδικά διαμορφωμένες ψηφίδες (tesserae]) χρησιμοποιούνταν για να αποδώσουν πρόσθετες λεπτομέρειες και χρωματικούς τονισμούς των έργων. Η χρήση μικρών ψηφίδων έδωσε τη δυνατότητα μίμησης των ζωγραφικών έργων, όπως φαίνεται κυρίως στα σωζόμενα έργα της Πέλλας και της Πομπηίας μεταγενέστερα.
Τα ψηφιδωτά αυτής της συγκεκριμένης περιόδου παρουσίασαν πολλές τεχνοτροπικές και τεχνικές καινοτομίες, χωρίς ωστόσο να είναι δυνατός ο χρονικός προσδιορισμός τους. Υπάρχουν ψηφιδωτά του 3ου αι. που ακολουθούν την τεχνική της χρήσης μικροψηφίδων, αλλά ο χαμένος κρίκος της αλυσίδας διαφεύγει. Η τεχνική τελειοποιήθηκε σε κάποια από τις βασιλικές αυλές των ελληνιστικών βασιλείων, πιθανώς στην Αλεξάνδρεια ή την Πέργαμο, όπου αποκαλύφθηκαν έργα ιδιαίτερης λεπτότητας και τεχνικής. Περίπου από τα μέσα του 2ου αι η τέχνη του ψηφιδωτού κατακτά τους πλούσιους οίκους του ελληνιστικού κόσμου, από την Ισπανία ως το Αφγανιστάν. Οι λαοί του ελληνιστικού κόσμου υιοθέτησαν την τέχνη του ψηφιδωτού μαζί με άλλες όψεις του ελληνικού τρόπου ζωής ως μέσο έκφρασης της ελληνικής τους ταυτότητας ή ως μέσο επίδειξης οικειότητας με τον ελληνικό πολιτισμό. Η χρηστικότητα του ψηφιδωτού στην αρχιτεκτονική δομή των ελληνιστικών κτηρίων προσλαμβάνει έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, καθώς γίνεται το μέσο φυσικού διαχωρισμού σε περιπτώσεις που ο χώρος δεν είναι αρκετός σε μικρότερα κτήρια. Η επίδειξη της κοινωνικής θέσης απαιτεί την ύπαρξη περισσότερων του ενός συμποσιακών χώρων και τούτο γίνεται εφικτό χάρη στην αρχιτεκτονική πλέον χρήση της τέχνης.
Στην ελληνιστική περίοδο διακρίνονται δύο διαφορετικές τεχνοτροπίες, η ανατολική και η δυτική. Τα χαρακτηριστικά αυτών των δύο διακριτών τάσεων φαίνονται καθαρότερα στα πρώιμα ψηφιδωτά της Πομπηίας που ακολουθούν την ελληνική δυτική παράδοση, εμπλουτισμένη με σκηνές από την καθημερινότητα. Οι αριστοκράτες της Πομπηίας αναζητούσαν μια διακόσμηση που θα επιδείκνυε την εξοικείωσή τους με τον ελληνικό πολιτισμό, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό ενθάρρυνε την παραγωγή αντιγράφων ή τη χρήση των ειδολογικών και υφολογικών στοιχείων της ελληνικής τεχνοτροπίας. Οι ιδιαίτερες απαιτήσεις της αγοράς της Πομπηίας φαίνεται πως εξυπηρετούνταν από διαφορετικές τεχνικές παραγωγής. Υπάρχουν ενδείξεις διαχωρισμού μεταξύ της παραγωγής επιτοίχιων και επιδαπέδιων ψηφιδωτών, η οποία γινόταν πιθανώς από τοπικούς τεχνίτες[15].
   Οι ελληνιστικοί χρόνοι δεν παρουσιάζουν ανάλογη με την αρχαϊκή ή την κλασική εποχή ανάπτυξη, όμως η παραγωγή γλυπτών έργων είναι αρκετά σημαντική. Παρ’ όλ’ αυτά  θεωρείται σκοτεινή περίοδος για τη γλυπτική, επειδή δεν έχουμε επαρκείς πληροφορίες για τους γλύπτες που έδρασαν τότε. Ο αριθμός των σωζόμενων αυθεντικών έργων είναι επίσης αρκετά μεγάλος, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται πάντα για έργα μεγάλων δημιουργών. Των τελευταίων έχουν σωθεί ελάχιστα έργα, κυρίως ρωμαϊκά αντίγραφα.[16]

Βεβαίως τα χρόνια από την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου έχουν περάσει κι η Ελλάδα βρίσκεται σε μια περίεργη κατάσταση. Μπορεί λοιπόν να είναι μια καλή εποχή για τις τέχνες ωστόσο όλος ο ελληνικός κόσμος είναι αποδιοργανωμένος τόσο οικονομικά όσο και στρατιωτικά. Η Βαθύτατη κρίση που περνάει η Ελλάδα θα την κάνει να είναι ένας εύκολος στόχος για αυτόν τον νέο πολιτισμό που έρχεται από την Ρώμη. Βαθιά επηρεασμένος από τον Ελληνικό πολιτισμό ο Ρωμαϊκός, δεν θα αργήσει να φέρει νέες συγκρούσεις οι οποίες παράλληλα με την παρακμή των βασιλείων που προήλθαν από την Μακεδονική Αυτοκρατορία, πολύ γρήγορα θα κάνουν τον Ελληνικό Κόσμο να βρεθεί κάτω από την κυριαρχία της ιδιαίτερα σκληρής Ρώμης. Καθ’ όλη τη διάρκεια της Ελληνιστικής Περιόδου στην Ελλάδα παρατηρείται έντονη δράση των Ρωμαίων κι όταν το 30 π.Χ. λίγο πριν την γέννηση του Ιησού Χριστού ο Οκταβιανός καταφέρνει να πάρει στα χέρια του τον έλεγχο της Ρώμης, φτάνει στο τέλος κι επίσημα η Ελληνιστική Περίοδος. 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ


 




[2] Λέων Τολστόι, ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΤΕΧΝΗ ,Εκδοσης PRINTA,


----------------------------------------------------------------------

ΛΑΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥΠΟΛΗΣ
«ΑΡΙΣΤΑΡΧΟΣ Ο ΣΑΜΟΘΡΑΞ»

ΘΕΜΑ: «Εντοπίστε, με συγκεκριμένα παραδείγματα, τις αλλαγές που
     διαμορφώνονται στην αρχαία ελληνική τέχνη –γεωμετρική, αρχαϊκή,
     κλασική, ελληνιστική εποχή -,  ως αποτέλεσμα των μεταβολών στο     
     πολιτικό, κοινωνικό, οικονομικό και ιδεολογικό πλαίσιο της κάθε
     εποχής».

ΕΙΣΗΓΗΣΗ: ΓΕΩΡΓΙΑ ΓΚΟΥΝΤΙΝΑΚΗ -ΜΠΙΤΖΟΥ

ΕΙΣΑΓΩΓΗΟΡΙΣΜΟΣ ΤΕΧΝΗΣ
Ο άνθρωπος, από τους προϊστορικούς ήδη χρόνους, εκτός από τις  επιβεβλημένες του ανάγκες    για  επιβίωση ,    επινοώντας   τρόπους και μέσα   τόσο για την εύρεση της τροφής του όσο και για την άμυνα  του ζωτικού του χώρου, εκδήλωσε το ενδιαφέρον της έκφρασης της σκέψης του με   ιδιαίτερες δεξιότητες και ικανότητες όπως   τις βραχογραφίες  σε σπήλαια,  τα λίθινα εργαλεία,  τη ζωγραφική με σύμβολα.   Αργότερα με την αστικοποίησή του συνέτεινε στην ανάπτυξη του πολιτισμού του και με την ασφάλεια  που του παρείχετο, λόγω του δυναμικού ευστάθειας, σε συνδυασμό και με την δυνατότητα να μην εργάζονται σκληρά όλοι για τα προς το ζειν ,  δίνουν την δυνατότητα ανάπτυξης των τεχνών, του συστήματος της παιδείας, της φιλοσοφίας και των επιστημών. [1]
              Ήδη από τον Πλάτωνα (427-347 π.χ.) και μετά, πολλοί φιλόσοφοι έχουν προτείνει θεωρίες για την τέχνη και  την αισθητική. Ο όρος αισθητική προέρχεται από την αρχαιοελληνική λέξη αίσθησις και σημαίνει την αισθαντικότητα ή την αντίληψη.  Παρουσιάσθηκε ως χαρακτηρισμός στην μελέτη της καλλιτεχνικής εμπειρίας από τον Alexander Baumgarten (1714-1762). [2] O Σκοτσέζος φιλόσοφος David Hume (1711-1776) χρησιμοποίησε τον όρο «καλαισθησία», μια εξευγενισμένη ικανότητα να αντιλαμβάνεται κανείς την ποιότητα ενός έργου τέχνης, ενώ ο Immanel Kant (1724-1804) ότι η αισθητική βιώνεται ως εμπειρία όταν ένα αισθησιακό  αντικείμενο διεγείρει  τα συναισθήματα, τη διάνοια και τη φαντασία μας. [3]
            Η τέχνη είναι μία «αιώνια ερώτηση που απευθύνεται στον ορατό κόσμο μέσω της οπτικής αίσθησης» [4] και ο καλλιτέχνης είναι απλά και μόνο εκείνος που έχει την ικανότητα και την επιθυμία να δώσει υλική μορφή στην οπτική του αντίληψη. Το πρώτο μέρος της δράσης του είναι αντιληπτικό, το δεύτερο εκφραστικό. Και οι δύο αυτές διαδικασίας όμως δεν είναι δυνατόν να διαχωριστούν στην πράξη – ο καλλιτέχνης εκφράζει ότι αντιλαμβάνεται και αντιλαμβάνεται ότι εκφράζει.[5]
 Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη δεν περιορίζεται μόνο στο έδαφος του σύγχρονου ελληνικού  κράτους αλλά και σε όλες σχεδόν  τις περιοχές της Μεσογείου που εγκαταστάθηκαν ελληνόφωνοι πληθυσμοί, λόγω αποικιακών εξορμήσεων,  όπως   στη Κύπρο, στα σημερινά δυτικά παράλια της Τουρκίας , στη Σικελία,  στη νότια Ιταλία, στο έδαφος της σημερινής Γαλλίας, στην Αίγυπτο,  στις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας.
Το όνομα Έλληνες καθιερώθηκε ως δηλωτικό μίας πληθυσμιακής ομάδας που την συνέδεε η ίδια πανελλήνια εθνική συνείδηση. Ενώ αποφασιστικής σημασίας για την διαμόρφωση του ελληνικού λαού  και τού   πολιτισμού της υπήρχε η δημιουργία του ελληνικού αλφαβήτου από το φοινικικό και η ταχεία διάδοση του έπους με το οποίο καλλιεργήθηκε η συνείδηση της κοινής καταγωγής όλων των Ελλήνων από τους ίδιους προγόνους. [6]

 ΟΙ ΕΠΟΧΕΣ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ
Α.  Γεωμετρική Εποχή  1100 - 700 π.χ.
Β.  Αρχαϊκή Εποχή  700 – 480 π.χ.   
Γ.  Κλασική Εποχή 480 – 323 π.χ.
                        α) Πρώιμη Κλασική 480 -450 π.χ.
                        β) Ώριμη Κλασική 450 – 425 π.χ.
                        γ)  Πλούσιος Ρυθμός  425 – 380 π.χ.
δ)  Ύστερη Κλασική 380 – 323 π.χ.
Δ.  Ελληνιστική Εποχή  323 -31 π.χ.

ΓΕΩΜΕΤΡΙΚΗ ΕΠΟΧΗ
Η Γεωμετρική περίοδος αποτελεί την πρώτη από τις περιόδους στις οποίες διαιρείται η Αρχαία Ελληνική Ιστορία. Ως αρχή θεωρείται συμβατικά το έτος 1125 π.χ., εποχή  κατά  την οποία ξεκίνησαν οι μεταναστεύσεις των ελληνικών φύλων από  τις περισσότερο άγονες και δυσπρόσιτες περιοχές   της ηπειρωτικής Ελλάδας προς τα  πεδινότερα και ευφορότερα παράλια του ελλαδικού χώρου όπως τα νησιά του Αιγαίου, τα δυτικά παράλια της Μ. Ασίας και την Κύπρο. Οι μετακινήσεις αυτές που διήρκησαν περίπου μέχρι το 800 π.χ.   προκάλεσαν πολιτικές και κοινωνικές ανακατατάξεις. 
Ο χαρακτήρας των κοινωνιών της Γεωμετρικής περιόδου ήταν φυλετικός. Επικεφαλής κάθε φυλετικού σχηματισμού ήταν ο αρχηγός που εκλέγονταν  από την συνέλευση των πολεμιστών. Αργότερα ο φυλετικός αρχηγός εξελίχθηκε σε κληρονομικό βασιλέα,  όπως στο Άργος, τη Σπάρτη, τη Μεσσηνία και την Κόρινθο, που βασίλευσαν οι απόγονοι του Τήμενου, του Αριστόδημου, του Κρεσφόντη και του Αλήτη αντίστοιχα.[7]
            Η οικονομία κατά την   Γεωμετρική  περίοδο αποκτά οικογενειακό χαρακτήρα καθώς δημιουργείται καθεστώς ατομικής ιδιοκτησίας. [8]
Οι πρώτες αλλαγές εμφανίστηκαν στα μέσα του 11ου αιώνα π.χ. με την ανανέωση των επαφών με την Κύπρο, μέσω της οποίας πιθανότατα έφτασε η γνώση επεξεργασίας του σιδήρου στον ελλαδικό χώρο. Κατά τον 9ο αι. π.χ. παρατηρείται μία άνθηση τόσο στις εμπορικές και πολιτισμικές σχέσεις ανάμεσα στις περιοχές του Αιγαίου όσο και στις ανταλλαγές με την Εγγύς Ανατολή.  Η αγροτική παραγωγή  αποτελούσε την κύρια πηγή πλούτου είτε όταν καταναλωνόταν στα πλαίσια του οίκου είτε όταν το πλεόνασμα γινόταν αντικείμενο εμπορικής συναλλαγής. Παράλληλα η ανεπάρκεια των εκτάσεων της γης  και η δημιουργία μιας αριστοκρατίας γαιοκτημόνων, οδήγησε σε όσους δεν είχαν κλήρο   να στραφούν στο εμπόριο το οποίο με την ανάπτυξή του διευκόλυνε τις επαφές και τις πολιτισμικές αλληλεπιδράσεις.[9]  Διακρίθηκαν όμως και τα επαγγέλματα του χαλκέα, του χρυσοχόου , του κεραμέα και του αρματοπηγού.
  Στην γεωμετρική εποχή οι τέχνες γνώρισαν μία σχετική άνθηση, ιδιαίτερα στην κεραμική. 
Η πλαστική της Γεωμετρικής εποχής αντιπροσωπεύεται από ειδώλια πήλινα, χάλκινα ή από ελεφαντόδοντο.  Πρόκειται κυρίως για κτερίσματα και ταφικά αναθήματα που παριστάνουν ανθρώπους , ζώα και συνθέσεις  πάνω σε αγγεία που παριστάνουν κυνήγια , αγώνες,  χορούς , άρματα. [10] Ονομάστηκε Γεωμετρική η εποχή  επειδή εμφανίζεται κυρίως στην κεραμική η τάση να διακοσμούνται τα αγγεία με   γεωμετρικά σχήματα , όπως  μαίανδροι, ομόκεντροι κύκλοι ή ημικύκλια τα οποία διακοσμούσαν μία ζώνη του αγγείου, ενώ το υπόλοιπο είχε το χρώμα του πυλού. 
Κατά την πρώιμη εποχή η επιφάνεια του αγγείου καλύπτεται από μελανό χρώμα και γάνωμα, ενώ προστίθενται ζώνες με φωτεινά γεωμετρικά κοσμήματα. Κατά την μέση εποχή κατασκευάζονται αγγεία μεγάλου μεγέθους που χρησίμευαν ως ταφικά σήματα, όπως ο Αττικός αμφορέας του ζωγράφου του Διπύλου 755-750 π.χ., ύψους 1,55μ. (Αθήνα, Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο 804. ΥΠΠΟ/ΤΑΠ ) που απεικονίζει την Πρόθεση του νεκρού.[11]  Τεχνική της διακόσμησης είναι η σκιαγραφία, δηλ. οι μορφές είναι μαύρες /μελανού χρώματος χωρίς λεπτομέρειες ή βάθος. Εμφανίζονται δειλά-δειλά υδρόβια πτηνά και ζώα  και μεγάλη ποικιλία γεωμετρικών σχημάτων (μαίανδροι απλοί και σύνθετοι. Μεγάλου μεγέθους κρατήρες που παριστάνουν την εκφορά του νεκρού και αρματοδρομίες που παραπέμπουν στα «άθλα επί Πατρόκλω» της Ψ. [12]
            Η Λογοτεχνία της εποχής αυτής υπήρξε κυρίως προφορική, αλλά το έπος αποκρυσταλλώθηκε προς τα τέλη της περιόδου χάρις στην επανάκτηση της γραφής. [13]
Στη θρησκεία παράλληλα εμφανίζονται και τα πρώτα στοιχεία λατρείας των θεών του δωδεκάθεου σε ιερά  όπως της Αρτέμιδος στη Μουνιχία και στη Βαυρώνα Αττικής, του Δία στην Ολυμπία, του Απόλλωνα στην Σπάρτη, της Αθηνάς Αλέας στην Τεγέα, του Ποσειδώνα στον Ισθμό και της Ήρας στο Άργος και στη Σάμο. [14]  Οι αμφικτιονίες με θρησκευτικό και πολιτικό χαρακτήρα συνέβαλαν στην ανάπτυξη κοινών δεσμών.
Προς το τέλος αυτής της περιόδου οι Ολυμπιακοί αγώνες απέκτησαν πανελλήνια ακτινοβολία.

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ 700-480
Τον 8ο αι. π.χ.   στον ελλαδικό χώρο  συμβαίνουν σημαντικότατες    αλλαγές στον τρόπο διακυβέρνησης των πόλεων –κρατών με τα μοναρχικά, αριστοκρατικά και ολιγαρχικά καθεστώτα να δοκιμάζονται συνεχώς. Οι κοινωνικές εξελίξεις κυρίως με την θέσπιση νόμων (Σόλων –Λυκούργος) προωθούν την έννοια του ατόμου σαν ξεχωριστή πολιτική οντότητα.
Οι πόλεις-κράτη βιώνουν όμως και νέες οικονομικές πραγματικότητες αφενός μεν λόγω  της αποικιοκρατικής εξόρμησης προς την Μεσόγειο , Ιταλία, Σικελία, Αίγυπτο, Βόσπορο, Θράκη, αφετέρου δε λόγω της εμφάνισης της ελληνικής γραφής που συνέβαλε στην διοικητική  συγκρότηση των πόλεων με ορθότερη διαχείριση σε όλους τους τομείς, της πολιτικής, της θρησκείας, της άμυνας, αλλά κυρίως εξυπηρέτησε τις ανάγκες της εμπορικής οικονομίας. Με την κοινή γραφή επιτυγχάνεται μία αμφίδρομη επικοινωνία και μιλάμε πλέον για ένα ενιαίο πολιτισμό.[15] Παράλληλα λόγω μετακινήσεων  των πληθυσμών διαδίδεται ο ελληνικός τρόπος σκέψης   και η ελληνική κουλτούρα από τις μητροπόλεις στις αποικίες με αποτέλεσμα να αναπτύξουν οι Έλληνες μία συλλογική,  ενιαία ελληνική συνείδηση
Οι Έλληνες θεωρούν ότι όλη αυτή  η ανάπτυξη οφείλεται στην εύνοια των θεών, που προστάτευαν τόσο τις πόλεις όσο και τις θαλάσσιες μετακινήσεις και το εμπόριο και προς τιμή των θεών, μέσω της Τέχνης, αποτυπώνουν την ελληνική υπεροχή και την κοινή θρησκευτικότητα των Ελλήνων. H τέχνη στα πρότυπα της πόλης –κράτους ενδιαφέρεται πλέον για κάθε μορφή ανθρώπινης δραστηριότητας και ιστορίας. Γίνεται ανθρωποκεντρική και αφηγηματική αναδεικνύοντας έτσι τόσο την κοινωνική όσο και την οικονομική υπεροχή των αναθετών. Tα έργα προορίζονται να στολίσουν τάφους ευγενών,  ή ιερά,  αντικατοπτρίζοντας έτσι μία τάση θρησκευτικότητας.  [16] 
Στην Αρχιτεκτονική  κατασκευάζουν μνημειακούς ναούς με επινόηση της περιμετρικής κιονοστοιχίας δηλ. την κατασκευή των περίπτερων ναών. Είναι η εποχή που παγιώνονται ο δωρικός και ιωνικός ρυθμός.[17]
Τόσο οι αρχές της πόλης όσο και οι πολίτες της προσφέρουν στους θεούς λαμπρούς ναούς για την προστασία των πόλεων.  Η αρχιτεκτονική είχε ως σκοπό να εκφράσει την συλλογικότητα και την ιερότητα κάθε πόλης. 
Η κοινή θρησκευτική συνείδηση των Ελλήνων στρέφεται στα πανελλήνια ιερά τα μεγαλύτερα των οποίων είναι αυτά της Ολυμπίας, των Δελφών και της Δήλου όπου οι καλύτεροι τεχνίτες και εργαστήρια τα κοσμούν  με έργα τέχνης και προσπαθούν με τον τρόπο αυτό να δηλώσουν την υπεροχή και το πλούτο των πόλεων τους συμμετέχοντας  έτσι σε έναν άτυπο ανταγωνισμό.
Στην γλυπτική διακοσμούν τους ναούς και τα ταφικά μνημεία απεικονίζοντας κυρίως του θεούς και εκφράζοντας τα ιδεώδη. Μέσω των έργων προβάλλουν αφενός μεν  την υπεροχή των πόλεων αφετέρου δε τα  αθλητικά πρότυπα και αισθητικά ιδεώδη. Τα αετώματα, οι μετόπες και οι ζωφόροι είναι τα σημεία που οι καλλιτέχνες χρησιμοποιούν  ως βιβλία για να τιμήσουν τους θεούς και να εξιστορήσουν τους θρύλους τους. «Η μυθολογία αξιοποιείται καλλιτεχνικά και θρησκευτικά».[18]
Η επικοινωνία με ξένους καλλιτέχνες, όπως Αιγύπτιους , Ασσύριους και Νεοχιττίτες, οι οποίοι κατάφεραν ήδη νέες κατακτήσεις όπως μετωπικότητα και μεγάλα μεγέθη στα αγάλματα, οδήγησαν τους Έλληνες στη δημιουργία αγαλμάτων με βασικό χαρακτηριστικό την μεγέθυνση που επιτρέπει την αναπαράσταση με περισσότερα φυσιοκρατικά στοιχεία.[19]   Οι γλύπτες απέδιδαν   ανθρώπινες μορφές και ιδιότητες στους θεούς. Κυριότερη όμως απόδειξη του ανθρωποκεντρικού ενδιαφέροντος των έργων είναι οι Κούροι    και οι Κόρες   σε μετωπική όρθια στάση.
Ο Κούρος συνδέεται με τον Απόλλωνα. Είναι σχεδόν γυμνός, με το δεξί πόδι μπροστά, τα χέρια κολλημένα στα πλευρά, το πρόσωπο ήρεμο και αυστηρό ενώ η  Κόρη έχει όμορφο χτένισμα, σεμνή στάση και συνήθως με το ένα χέρι προσφέρει δώρα στους θεούς με το χαρακτηριστικό  «αρχαϊκό μειδίαμα». [20]
Σκοπός των γλυπτών ήταν να τιμήσουν τους νεκρούς με επιτύμβιες στήλες, που αργότερα είχαν λαξευμένη κορυφή ή με πένθιμα ανάγλυφα. Παρίσταναν αθάνατους και θνητούς, αθλητές, ιερείς όλους όμως σε νεαρά ηλικία. Στην Αρχαϊκή εποχή οι μορφές ήταν  συχνά ζωγραφισμένες, αλλά αργότερα το δέρμα των γυναικών αφήνετε στο χρώμα του μαρμάρου.[21]
Οι γλύπτες των αρχαϊκών χρόνων καταφέρανε, την μετατροπή   από την σανιδόμορφη πίσω πλευρά των αγαλμάτων σε ολόγλυφη μορφή  και με τα στοιχεία φυσικότητας και  κίνησης. Παρεμβαίνουν  επίσης στην κόμμωση και
στην πολυτέλεια των ενδυμάτων των κοριτσιών. Χαρακτηριστικά  παραδείγματα: α. ανδρικής μορφής αποτελεί Ο Κούρος Κροίσος που βρέθηκε σε τάφο στην Ανάβυσσο της Αττικής. Μαρμάρινο άγαλμα και ανήκει στην Υστεοαρχαϊκή πλαστική (530-500 π.χ.).  Το ύψος του είναι περίπου 1,94 μ. και βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών) [22]  και
 β.  γυναικείας μορφής Η Κόρη Πεπλοφόρος. Ονομάστηκε έτσι από τα απλό ένδυμα που φοράει το «πέπλον».
  Η κεραμική κατά την αρχαϊκή εποχή αναπτύχθηκε παράλληλα με τη ναυσιπλοΐα και τον αποικισμό. Με τις ανταλλαγές ιδεών και απόψεων των  καλλιτεχνών και τις επιρροές της ζωηρόχρωμης ανατολίζουσας τεχνοτροπίας δημιουργήθηκε ανταγωνισμός μεταξύ των εργαστηρίων και αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν να αναπτυχθεί μία νέα μορφή αγγειογραφίας, με πιο ευχάριστη διακόσμηση, που προωθούσε ταυτόχρονα και το ιδεώδες της καλαισθησίας.
Γύρω στο 730 στην Κόρινθο  εμφανίζεται ο μελανόμορφος ρυθμός προερχόμενος ίσως από ανατολικές επιδράσεις , συγκεκριμένα από ανάλογη εργασία σε μέταλλο η ελεφαντοστό.  Χαρακτηρίζεται από το μικρό σχήμα αγγείων όπως αρύβαλλοι, μυροδοχεία, που χρησιμοποιούσαν οι αθλητές για τοποθέτηση λαδιού. Αναπαριστά ζώα, φυτά, ενώ κυριαρχούν οι καμπύλες γραμμές.[23]  Οι μορφές αποδίδονται με σκιαγραφία και οι λεπτομέρειες με χάραξη και δύο επίθετα χρώματα, λευκό και ιώδες.[24]  Την ίδια περίοδο οι αττικοί κεραμείς προκειμένου να εισχωρήσουν στις διεθνείς αγορές προσαρμόζουν την παραγωγή τους στις απαιτήσεις της αγοράς.[25]  Τα αγγεία τους συναγωνίζονται στις αγορές της Μεσογείου και του Εύξεινου Πόντου τα κορινθιακά, καθώς και εκείνα των ανατολικών εργαστηρίων, όπου στο τέλος της μέσης φάσης ο αττικός Κεραμεικός καταφέρει να εκτοπίσει τα κορινθιακά και να γίνει ο πρωταγωνιστής σε όλες τις αγορές της Μεσογείου.[26]  Έχουμε μεγάλου μεγέθους κοσμήματα, καμπυλόγραμμες και τεθλασμένες γραμμές,  μυθολογικές παραστάσεις  και αγγεία ύψους έως και ενός μέτρου  με εγχάρακτο περίγραμμα  και επάλειψη με κόκκινο χρώμα στο φόντο για την απόδοση βάθους.
            Ο μελανόμορφος ρυθμός των αγγείων του 7ου και 6ου αιώνα π.Χ. μετατρέπεται σε ερυθρόμορφο τον 5ο αι. π.Χ., χωρίς να αλλάζει η θεματολογία του.  Τα πρώτα αγγεία του ρυθμού φέρουν μελανόμορφη παράσταση από τη μία πλευρά και ερυθρόμορφη από την άλλη με διαφορετικό θέμα, γνωστά ως δίγλωσσα. Οι περισσότεροι αγγειογράφοι αντλούσαν τα θέματα τους, από τα ομηρικά έπη, τους άθλους του Ηρακλή και την διονυσιακή λατρεία. Οι αγγειοπλάστες επιλέγουν, μαζί με τις εικόνες, να αναγράφουν στις επιφάνειες των αγγείων τα ονόματα των πρωταγωνιστών των παραστάσεων, αλλά και τα δικά τους ονόματα, τα ονόματα των δημιουργών. Ο πρώτος αγγειογράφος που υπέγραψε τα έργα του είναι ο Σοφίλος.
Η διάδοση του γραπτού λόγου με την βοήθεια της εικόνας, αποτέλεσε τομή στα ελληνικά πράγματα. Οι εικόνες είχαν πρόσωπα που όλοι γνωρίζανε, τώρα όμως οι πολίτες μαθαίνουν και γραφή. Οι αφηγήσεις στα αγγεία, επιβεβαιώνουν μία κοινή συλλογική ταυτότητα όλων των Ελλήνων της Μεσογείου και  σε συνδυασμό με την κοινή γραφή και την κοινή θρησκευτική παράδοση, δημιουργείται στους Έλληνες η αίσθηση  για την  οικοδόμηση  ενός κοινού Πανελλήνιου μέλλοντος. [27]
Τον ρυθμό αυτό έρχεται να διακόψει ο πόλεμος των Ελλήνων  εναντίων των Περσών, οπότε σταματά μεν αρχικά η πορεία της ανάπτυξης αλλά ενισχύει την κοινή συνείδηση και τους κοινούς στόχους των Ελλήνων.

ΚΛΑΣΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ
            Οι  πρώτες δεκαετίες του 5ου π.Χ. αιώνα σημαδεύονται από τις πολεμικές ενέργειες εναντίων των Περσών, βρίσκοντας όλους τους Έλληνες ενωμένους για τον κοινό αγώνα και το ιδεώδες της ελευθερίας.  Το πλαίσιο της πόλης –κράτους αλλάζει ουσιαστικά μετά την μεταρρύθμιση του Κλεισθένη και την πτώση των Πεισιστρατιδών, που έχει σχέση με τους όρους απόκτησης της ιδιότητας του πολίτη και τη συμμετοχή του στις αποφάσεις.  Μετά το τέλος του πολέμου, δύο πόλεις εξελίσσονται στον ελλαδικό χώρο. Η  Αθήνα η οποία ξεκινά την αναζήτηση δημοκρατικών αρχών, έχοντας την δύναμη που της προσέφερε η οικονομία της θάλασσας και η Σπάρτη από την άλλη, που εδραιώνει τις αριστοκρατικές και ολιγαρχικές αρχές της, βασιζόμενη στην σταθερότητα του χέρσου περιβάλλοντος.[28]
Το εμπόριο και η ναυτιλία γνωρίζουν πρωτοφανή άνθηση και οι  πολίτες παράλληλα άνοδο του βιοτικού τους επιπέδου.
 Οι τέχνες αποτυπώνουν την νίκη των Ελλήνων έναντι των Περσών.  Εκφράζουν την εξιδανίκευση, την δυναμική της νέας πραγματικότητας που προμηνύει την άνθηση νέων και μεγάλων ιδανικών.
 Η θρησκευτικότητα της αρχαϊκής περιόδου δεν  αμφισβητείται αλλά  παραμερίζεται. Οι πολίτες γνωρίζουν πλέον ότι τα πολεμικά επιτεύγματα έγιναν από τους ανθρώπους και όχι από θεούς. Οι καλλιτέχνες στις δημιουργίες τους, μεροληπτούν υπέρ των ανθρώπων και το νέο ιδεώδες που διαμορφώνεται, έτεινε προς την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.

ΠΡΩΙΜΟΙ ΚΛΑΣΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ 480 – 450 π.Χ. ΑΥΣΤΗΡΟΣ
ΡΥΘΜΟΣ
Αυστηρός ρυθμός είναι ο όρος που έδωσαν οι καλλιτέχνες στις δημιουργίες των και ορίζεται έτσι επειδή αφενός μεν οφείλεται στην δραματικότητα των θεμάτων, αφετέρου δε στο ότι οι καλλιτέχνες θέλουν να δημιουργήσουν έργα με αιώνιο χαρακτήρα.[29]  Στην Αρχιτεκτονική αντιπροσωπευτικό δείγμα αυστηρού ρυθμού έχουμε τον περίλαμπρο ναό του Διός στην Ολυμπία, δωρικού ρυθμού, όπου στο γλυπτό διάκοσμο βλέπουμε ως  θεματολογία αρματοδρομίες, άθλους του Ηρακλή και κενταυρομαχίες.[30]
 Στην Πλαστική παρατηρείται μία έμφαση στην κίνηση των μορφών, το βάρος του σώματος μετατοπίζεται στο ένα σκέλος που έχει  σα  φυσικό επακόλουθο την αλυσιδωτή μετατόπιση και των λοιπών μελών. Στα γυναικεία αγάλματα  προβάλει ο δωρικός πέπλος, ενώ σε πολυπρόσωπες συνθέσεις, οι μορφές είναι υποταγμένες σε μία κεντρομόλο σύνθεση.[31]  Στα πρόσωπα    αποτυπώνεται  η σοβαρότητα ή η συναισθηματική φόρτιση. 

ΟΡΙΜΟΙ ΚΛΑΣΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ (450 – 425 π.Χ.)
Η Αθήνα θεωρείται η επικρατέστερη πόλη  στο Αιγαίο. Αποτελεί πρότυπο πόλης   και φτάνει στο απόγειο της δόξας της κατά την περίοδο της δημοκρατίας του Περικλή και δεσπόζει  ως πρώτη δύναμη στη συνείδηση του ρόλου του πολίτη.  Η πολιτική ισχύς της Αθήνας καθώς επίσης και η οικονομική της ευρωστία συντελούν στην άνθηση του πνεύματος και των τεχνών. Ο Παρθενώνας συμβολίζει τον θρίαμβο των πολιτικών και κοινωνικών επιλογών της δημοκρατίας. [32]
Την περίοδο αυτή, αναδεικνύονται σημαντικά πρόσωπα με  νέες αναζητήσεις στην φιλοσοφία, και καταλήγουν στο συμπέρασμα  ότι ο άνθρωπος είναι το κέντρο του κόσμου.  Ο ανθρωποκεντρικός χαρακτήρας της φιλοσοφίας ταυτίζει τον άνθρωπο με το σύμπαν.
Στην αρχιτεκτονική οι πόλεις των κλασικών χρόνων, παρουσιάζουν μία πολεοδομική οργάνωση ομοιόμορφων τετραγώνων που διασχίζονται από ρύμες και δρόμους. Τέτοιες πόλεις είναι η Μίλητος, ο Πειραιάς, η Όλυνθος κ.α. Το πολεοδομικό αυτό σύστημα, λέγεται ότι το σχεδίασε ο Ιππόδαμος.
Για την Ακρόπολη ο Περικλής αναζητά τους καλύτερους τεχνίτες της εποχής όπως τους αρχιτέκτονες  Ικτίνο, Καλλικράτη και Μνησικλή και φυσικά το γλύπτη Φειδία, που τον έχρισε και επιστάτη όλων. Η αυστηρότητα της πρώτης φάσης υποχωρεί και επικρατεί η κλασική αρμονία. Οι καλλιτέχνες καινοτομούν επιλέγοντας σμίξεις των έως τότε ρυθμών, συνδυάζουν και εξισορροπούν διαφορετικές καλλιτεχνικές δυνάμεις. Χρησιμοποιούν μαθηματική αρμονία και το αποτέλεσμα αναδεικνύει τις αξίες της δημοκρατίας. [33]
Ο Παρθενώνας είναι το κυριότερο οικοδόμημα του ιερού βράχου της Αθήνας. Η αρχιτεκτονική του, οι γλυπτές μορφές του, ορίζουν την τελειότητα.
 Τα πιο σημαντικά γλυπτά αυτής της φάσης είναι τα έργα του  Φειδία [34] στον Παρθενώνα. Χαρακτηριστικά έργα του:  Το άγαλμα του Δία στην Ολυμπία[35]  από χρυσό και ελεφαντόδοντο,  συμπεριλαμβάνεται στα επτά θαύματα της αρχαιότητας, που  άγγιξε την τελειότητα και της Παρθένου Αθηνάς στην Ακρόπολη. 
 Ο Πολύκλειτος έκανε αγάλματα κυρίως αθλητών και θεών και είναι γνωστά ο Δορυφόρος και ο Διαδούμενος. Ο Αλκαμένης[36]  και ο Αγοράκριτος[37] ήταν μαθητές του Φειδία με κλίση στην μεγαλοπρέπεια. Εισήγαγαν τον πλούσιο ρυθμό και δημιούργησαν μορφές καλυμμένες με ιμάτιο που διαγράφονται οι αναλογίες του σώματος (ανάγλυφα ναών και επιτύμβιων στηλών, θωράκια του περιβόλου της  Άπτερου Νίκης).
Στην  κεραμική της εποχής υπάρχει μία προσπάθεια αναζήτησης προοπτικής που επιτυγχάνεται με την ανάπτυξη μορφών σε διαφορετικά επίπεδα. Επίσης την περίοδο αυτή έχουμε διαφορετικές εκφράσεις στα πρόσωπα.

            ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΡΥΘΜΟΣ 425-380 π.Χ.
Μετά το 425 π.χ. έχουμε τον πλούσιο ρυθμό, που ονομάστηκε έτσι λόγω   ποικιλίας μορφών - χρωμάτων και  πολυτέλειας ενδυμάτων με πολλές πτυχώσεις. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται πάλι από ένα πόλεμο , τον Πελοποννησιακό, ο  οποίος ταράσσει τις ισορροπίες των πόλεων και αλλάζει τον τρόπο αντιμετώπισης της πραγματικότητας,  σύμφωνα με τις προσεγγίσεις των ανθρώπων του πνεύματος της εποχής  του Σωκράτη και του δραματουργού Ευριπίδη, οι οποίοι προτείνουν ότι «ο άνθρωπος ως έλλογο όν πρέπει να προσέξει ότι η πραγματικότητα έχει πολλές πλευρές και οι αλήθειες που κρύβει είναι περισσότερες από μία. Ο άνθρωπος καλείται να τις αναζητήσει». [38]
            Η τέχνη αφήνει πλέον την εξιδανίκευση, παρουσιάζει μία συγκεκριμενοποίηση της πραγματικότητας και  αποτυπώνει τα  συναισθήματα.
Περίπου το 370 π.χ. εμφανίζεται νέο στυλ που θυμίζει τον πλούσιο ρυθμό με θέματα του γυναικωνίτη, του γάμου, λατρείας με μορφές σε τολμηρές στάσεις και πλούσια χρώματα (γαλάζιο ,  πράσινο).

ΥΣΤΕΡΟΙ ΚΛΑΣΙΚΟΙ ΧΡΟΝΟΙ 380-323 π.Χ.
Την εποχή αυτή ενώ υπάρχει ένας ανταγωνισμός και διαμάχη  μεταξύ των πόλεων Σπάρτης, Αθήνας και Θήβας για το ποιος θα παίξει ηγετικό ρόλο στο ελλαδικό γίγνεσθαι, στην Μακεδονία διαδραματίζονται σημαντικά γεγονότα, όπως η ανάληψη της βασιλείας το 359 π.χ.  από τον Φίλιππο, ο οποίος   θεωρεί   αναχρονιστικό πλέον το θεσμό της πόλης –κράτους  και προβάλει ένα ιδεώδες ανωτερότητας και εξουσίας του ενός σε μία ενωμένη Ελλάδα.
 Ο Πλάτωνας και Αριστοτέλης, οι κυριότεροι  φιλόσοφοι της εποχής, έχουν αρχίσει να πραγματεύονται ιδέες και έννοιες ενός ανώτερου όντος που λυτρώνει. Ο υιός του Φίλιππου , Αλέξανδρος, μεγαλωμένος με τις φιλοσοφικές ιδέες που προαναφέραμε και θέτοντας ως στόχο τις αρχές του δικαίου, του οικουμενισμού και τις αξίας της ενότητας των λαών, οραματίζεται ένα ενιαίο κράτος Ελλήνων κάτω από την δική του καθοδήγηση.
            Οι καλλιτέχνες της εποχής αυτής βλέποντας τις νέες εξελίξεις  επηρεάζονται και πραγματεύονται αφηρημένες έννοιες των ιδεών όπως την αγωνία, το πάθος, τον πόθο, την απελευθέρωση, τον έρωτα, το ωραίο.
Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ (356-323 π.Χ.)  το 336 π.Χ. μετά την δολοφονία του πατέρα του,  αναλαμβάνει την εξουσία. Το 335π.Χ. καταπνίγει εξεγέρσεις στην Ελλάδα και επιστρέφει στην Μακεδονία να ετοιμάσει την εκστρατεία. Το 334 π.Χ. ξεκινάει η εκστρατεία. Γρανικός, Γόρδιος Δεσμός, Ισσός , Αίγυπτος, Γαυγάμηλα, Ινδία και επιστροφή.  Έχουμε το πάντρεμα των δύο κόσμων, το άνοιγμα των Ελλήνων στους ανατολικούς λαούς και την συμμετοχή της αιγυπτιακής θρησκείας στα πολιτικά σχέδια του Αλέξανδρου. [39]
ΤΕΧΝΕΣ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΧΡΟΝΩΝ.
Την περίοδο αυτή ξεκινά η μετάβαση από την δημοκρατία στην μοναρχία  με αποτέλεσμα τη συσσώρευση του χρήματος σε χέρια ολίγων.
Αρχίζουν οι παραγγελίες πλουσίων για την διακόσμηση των πολυτελών κατοικιών τους. Η ιδιωτική πρωτοβουλία χρηματοδοτεί πλέον την τέχνη. Ο κυριότερος εκπρόσωπος της εποχής είναι ο Αθηναίος γλύπτης Πραξιτέλης. Τα δημιουργήματα του ενέχουν ομορφιά και θεϊκή μακαριότητα.  Επιλέγει να αναπαραστήσει τους θεούς σε στιγμές ρέμβης και εσωτερικής πραότητας. Τα σπουδαιότερα έργα του.[40]   Ο Ερμής,   που είναι κατασκευασμένο από Παριανό μάρμαρο ανάμεσα στο 330-340 π.χ. και βρίσκεται στο Μουσείο της Ολυμπίας,   Η Αφροδίτη της Κνίδου - το ωραιότερο άγαλμα του Πραξιτέλη, που παριστάνει την θεά  έτοιμη να λουστεί  και ο Απόλλων Σαυροκτόνος.


            ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΟΙ  ΧΡΟΝΟΙ 323-31 π.Χ.
Με τις κατακτήσεις του Αλέξανδρου ο ελληνικός κόσμος επεκτείνεται γεωγραφικά, ενσωματώνοντας και μη ελληνικούς πληθυσμούς. Πολλοί κάτοικοι του ελλαδικού χώρου μετοικούν στα νέα βασίλεια είτε ως μισθοφόροι είτε ως μέλη της εκεί διοίκησης και μεταδίδουν στοιχεία της πολιτιστικής τους κληρονομιάς. Με την αύξηση του εμπορίου και της βιοτεχνίας καθώς και με την  πρόοδο των επιστημών και της τεχνολογίας επέρχεται  ευμάρεια μόνο στην άρχουσα τάξη όμως,   η οποία και χρηματοδοτεί τα μεγάλα έργα,  ενώ οι κατώτερες τάξεις εξαθλιώνονται.  Τα παραπάνω οδηγούν τους καλλιτέχνες της εποχής να αναπτύξουν ως θεμελιώδη αξία τον ατομικισμό. Η ελληνιστική τέχνη είναι στην ουσία  η τέχνη που έχει ελληνική ταυτότητα, δημιουργείται όμως εκτός Ελλάδας και χαρακτηρίζεται από την υπέρβαση του ανθρώπινου μέτρου αλλά και λαϊκισμού. [41]
 Στην  αρχιτεκτονική η ιδιωτική κατοικία έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον, διότι μέσα από αυτήν,    η κοινωνία γίνεται ταξική και φυσικά το κριτήριο για το που ανήκει κανείς είναι τα χρήματα, και το αξίωμα που κατέχει. Υπάρχουν κατοικίες   διακεκριμένων  ιδιωτών και μεγαλοαστών  που   διακοσμούνται    με έργα τέχνης που διακατέχονται από κομψότητα.
Την ίδια όμως εποχή κατασκευάζονται και σπίτια για τους φτωχούς πολίτες της πόλης.    Στην  Αλεξάνδρεια   βρέθηκαν κατοικίες έως τεσσάρων ορόφων.
  Στην  πλαστική ως   υπόβαθρο η ελληνιστική γλυπτική φαίνεται ότι είχε  την ιδέα του θεάτρου. Οι βιαιότητες , οι τραγικές εικόνες , ο πόνος , η φρίκη του θανάτου επηρέασαν τους καλλιτέχνες και απέδωσαν στα έργα τους έναν  ωμό ρεαλισμό που σαν σκοπό είχαν να προσφέρουν μια αρρωστημένη απόλαυση στους θεατές.  Το κλασικό παρελθόν με τις αξίες και τα ιδεώδη του , έχει πλέον διαφοροποιηθεί. [42]
Οι προσωπογραφίες είναι ένα κομμάτι της γλυπτικής που μπορούμε πολύ εύκολα να αντιληφθούμε τα παραπάνω.
Οι καλλιτέχνες της εποχής προς τιμή των ηγεμόνων , των πλουσίων, αλλά και της αρχής του ατομικισμού, αναλαμβάνουν την δημιουργία τόσο αγαλμάτων όσο και ζωγραφικής προσώπων αποτυπώνοντας τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης στιγμής και όχι την  εξιδανικευμένη απεικόνισή  του.  Χαρακτηριστικό παράδειγμα η προσωπογραφία από χαλκό πιθανότατα του  Βίωνα, φιλοσόφου από τα Αντικύθηρα.  Περίπου 240-220 π.Χ. ο καλλιτέχνης φαίνεται ότι προσπαθούσε να αποδώσει ψυχολογικά την προσωπικότητα του Βίωνα, διάσημου για της σκωπτικές και σατυρικές διατριβές του. [43]
Η  Πέργαμος και η Ρόδος υπήρξαν οι πόλεις σημείο αναφοράς για τις τέχνες. Τόσο το ανάκτορο των Ατταλιδών όσο και η πόλη της Περγάμου είχαν γίνει μουσείο παλαιών και νέων έργων γλυπτικής.  Χαρακτηριστικό  των έργων της Περγάμου ήταν η απόδοση της ρεαλιστικής δεξιοτεχνίας με σκληρότητα, ενώ στης Ρόδου με γλυκύτητα.  Η ωραιοποίηση της τραγικότητας είναι το βασικό μέλημα των γλυπτών της Ρόδου.  Οι  γυναικείες μορφές  απεικονίζονται  με τρόπο τέτοιο που μας επιτρέπει να πούμε ότι το θρησκευτικό νόημα εμπλέκεται με την πραγματικότητα. Με πρόσχημα την Αφροδίτη παράγονται αγάλματα γοητευτικών γυναικών να παίρνουν μέρος σε ερωτικές σκηνές.  Χαρακτηριστικό παράδειγμα   το   σύμπλεγμα  Αφροδίτης –Πάνα- Έρωτα,    100 π.Χ. που βρέθηκε στη Δήλο. [44]     

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
O άνθρωπος με την τέχνη του,  από τους προϊστορικούς ήδη χρόνους, με τα πρώτα σύμβολα στα σπήλαια έως και την σύγχρονη εποχή εξέφρασε την σκέψη του, τον εαυτό του, το περιβάλλον του και γενικά την ζωή του.
            Το χαρακτηριστικό γνώρισμα των μνημείων της Αρχαίας Ελληνικής Τέχνης είναι η πρωτοτυπία, το βάθος των συναισθημάτων, η αρμονία, η απλότητα, αλλά συγχρόνως και η επιβλητικότητα.
Οι Έλληνες στοχαστές, καλλιτέχνες και επιστήμονες με τα έργα τους που «εξακολουθούν ακόμα να μας προξενούν καλλιτεχνική απόλαυση και από μία ορισμένη άποψη διατηρούν την αξία του μέτρου και του άφθαστου πρότυπου», (σσ Κ. Μάρξ «Κριτική της πολιτικής οικονομίας»)  έβαλαν την σφραγίδα της πάλης των ιδεών, των παθών και των ιδανικών της εποχής τους.
Γι’ αυτό τα έργα των Ελλήνων κλασικών, τα μνημεία της αρχαίας τέχνης και της καλλιτεχνικής δημιουργίας έχουν μεγάλη σημασία και για την εποχή μας, την εποχή της χρηματιστικής παγκοσμιοποίησης και της κρίσης του καπιταλισμού. [45]

 Βιβλιογραφία
1. Conrad Fiedler:Uber den Ursprung der kunstlerlischen Thatigkeit,1887
2. Χέρμπερτ Ρήντ. «Ιστορία της μοντέρνας Ζωγραφικής – Κεφ. Α. «Η καταγωγή της
 Μοντέρνας Τέχνης» Εκδόσεις Υποδομή
3. Μιχ.Τιβέριος, Αρχαία Αγγεία , Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών (Σειρά: Ελληνική Τέχνη),
1996, σελ. 31)
4. Κοκκορού-Αλευρά. Η Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας. Σύντομη Ιστορία   (1050-50
π.χ.),  Αθήνα 1955, εκδόσεις Καρδαμίτσα. 
5. Παπαγιαννοπούλου Α. , Πλάντζος Δ.,Σουέρεφ Κ., Τέχνες Ι: Ελληνικές Εικαστικές
Τέχνες , Τόμος Α΄, Προϊστορική και Κλασσική Τέχνη, Πάτρα 1999, εκδόσεις
Ε.Α.Π.


Πηγές
[4]   Conrad Fiedler:Uber den Ursprung der kunstlerlischen Thatigkeit,1887
[5]    Χέρμπερτ Ρήντ. «Ιστορία της μοντέρνας Ζωγραφικής – Κεφ. Α. «Η
καταγωγή της Μοντέρνας Τέχνης» Εκδόσεις Υποδομή
Γεωμετρική Eποχή στην Αρχαία Ελλάδα/ Arkoleon
[11]    http://fereniki1.pblogs.gr/140253.html.ΦΕΡΕΝΙΚΗ ΤΣΑΜΠΑΡΛΗ:
   ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΓΓΕΙΩΝ ΜΕ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ/8 Απρ. 2011 14:35:37  GMT.
[12]   http://el.wikipedia.org/wiki/Αρχαία Ελληνική Κεραμική
    Γεωμετρική Eποχή στην Αρχαία Ελλάδα/ Arkoleon
[15]  Λαμπρίδης Δ:  Βασικά χαρακτηριστικά της Αρχαίας Ελληνική ς Τέχνης
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ/ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ/Φ. ΚΟΜΝΗΝΟΥ
[17]  Παπαγιαννοπούλου Α. , Πλάντζος Δ.,Σουέρεφ Κ., Τέχνες Ι: Ελληνικές Εικαστικές
Τέχνες , Τόμος Α΄, Προϊστορική και Κλασσική Τέχνη, Πάτρα 1999, εκδόσεις
Ε.Α.Π. , σελ 225
[18], [19] Λαμπρίδης Δ:  Βασικά χαρακτηριστικά της Αρχαίας Ελληνική ς Τέχνης
[22]  Παπαγιαννοπούλου Α. , Πλάντζος Δ.,Σουέρεφ Κ., Τέχνες Ι: Ελληνικές Εικαστικές
Τέχνες , Τόμος Α΄, Προϊστορική και Κλασσική Τέχνη, Πάτρα 1999, εκδόσεις
Ε.Α.Π., εικ. 10  σελ. 229 και εικ.9 σελ.158
[23]   http://el.wikipedia.org/wiki/Αρχαία Ελληνική Κεραμική
[24]   Μιχ.Τιβέριου, Αρχαία Αγγεία , Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών
(Σειρά: Ελληνική Τέχνη), 1996, σελ. 31)
[25]   ο.π. σελ. 30
[26]   ο.π. σελ. 31
[27],[28],[29],  [30] Λαμπρίδης Δ:  Βασικά χαρακτηριστικά της Αρχαίας Ελληνική ς
Τέχνης
[31]   Παπαγιαννοπούλου Α……   Προϊστορική και Κλασσική Τέχνη
[32], [33]   Λαμπρίδης Δ:  Βασικά χαρακτηριστικά της Αρχαίας Ελληνική ς Τέχνης
[34]   Βλ. Γ. Κοκκορού-Αλευρά. Η Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας, σελ. 186-192
[35]   Για να δημιουργηθεί το άγαλμα , πολλοί  έλεγαν ότι είτε  ο Δίας κατέβηκε στη
           Γη είτε ο Φειδίας ανέβηκε στον Όλυμπο.
[36]   Πρβλ. Γ. Κοκκορού-Αλευρά. Η Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας, σελ .191
[37]   όπ.παρ. σελ.192
[38],[39] Λαμπρίδης Δ:  Βασικά χαρακτηριστικά της Αρχαίας Ελληνική ς Τέχνης
[40]   Βλ. Γ. Κοκκορού-Αλευρά. Η Τέχνη της Αρχαίας Ελλάδας, σελ. 200
[41], [42], [43], [44] Λαμπρίδης Δ:  Βασικά χαρακτηριστικά της Αρχαίας Ελληνική ς
            Τέχνης
[45]     Αναρτημένο από Βήχο Παναγιώτη: Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ
 ΚΛΑΣΙΚΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ,  στις 14  Μαρτ.  2011,  22:21:12 GMT


                  Διαδικτυακοί τόποι  :



------------------------------------------------------------------------------
Αποστολία Λαλίδου


ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΕΧΝΗ

Είναι γνωστό πως ο πολιτισμός και η τέχνη ενός λαού εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες όπως γεωγραφικούς, κλιματολογικούς, θρησκευτικούς, οικονομικούς και άλλους που με τη σταθερότητα  ή τη μεταβλητότητα τους επιδρούν πάνω στην τέχνη και διαμορφώνουν ανάλογα με την περίπτωση, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τέχνης στις διάφορες εποχές.
Ορισμός της τέχνης: Λέμε συχνά ότι ο καλλίτερος καλλιτέχνης είναι η ίδια η φύση. Και εννοούμαι την αισθητική αρμονία με την οποία έχει δημιουργηθεί κάτι επάνω στη γη από τα φυσικά φαινόμενα ή και τα χρώματα ενός ηλιοβασιλέματος που μας αφήνουν όλους έκθαμβους.    Όσον αφορά τον άνθρωπο με τον όρο τέχνη εννοούμαι το μέσον με το οποίο εκφράζεται κάποιος δημιουργικά, όπως είναι ο ζωγράφος, ο γλύπτης, ο ποιητής, ο χορευτής. Είναι η χάρη με την οποία κινείται ή ομιλεί κάποιος.
Εξαιτίας της γεωγραφικής της θέσης η Ελλάδα αναδεικνύεται σε ναυτική-εμπορική δύναμη πολύ νωρίς, από την 3η κιόλας χιλιετία που κρατά ως τη Ρωμαϊκή εποχή. Με την εξάπλωση του εμπορίου μέχρι την Αίγυπτο, Κύπρο, Φοινίκη, Συρία, η Ελλάδα έρχεται σ’ επαφή μ’ άλλους λαούς και πολιτισμούς, δέχεται και αφομοιώνει επιδράσεις, δίνει καινούριες μορφές στην τέχνη και παρουσιάζεται συνεχώς ανανεωμένη.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι η Ελληνική τέχνη δεν είναι στατική και αναλλοίωτη στους αιώνες, όπως είναι λίγο πολύ η αιγυπτιακή τέχνη. Μπορεί από τους Αιγύπτιους να πήρε την στυλιζαρισμένη μορφή, από τους Φοίνικες το αλφάβητο, αλλά η Ελλάδα θα ξεχωρίσει διότι το κάθε τι δρα θετικά πάνω της η μια περίοδος διαδέχεται την άλλη, οι μορφές διαφοροποιούνται, για να εκφράσουν ακριβώς νέες ιδέες, νέα σχήματα ζωής, είναι το φυτώριο όπου ανθίζουν όλα. Η γλώσσα, η φιλοσοφία, η ολυμπιακή θρησκεία, η τέχνη γνωρίζουν πολύ μεγάλη ανάπτυξη.
 Η αρχαία ελληνική τέχνη χωρίζεται στις ακόλουθες περιόδους .   
1.  Γεωμετρική περίοδος (1100-700 π.Χ.)
Στα τέλη του 11ου αι. δύει ο Μυκηναϊκός πολιτισμός. Τα λαμπρά ανάκτορα, τα κυκλώπεια τείχη, η πολυτέλεια αποτελούν πια παρελθόν. Παρατηρείται σταδιακή ερήμωση των μεγάλων οικιστικών κέντρων, μείωση του πληθυσμού και μεταβολή των οικονομικών και κοινωνικοπολιτικών συνθηκών. Μετά το τέλος του Μυκηναϊκού πολιτισμού, στα σκοτεινά λεγόμενα χρόνια ο Ελλαδικός χώρος και η Μεσόγειος διανύουν μια περίοδο επιδρομών ανατολικά και φυλετικών ανακατατάξεων, που συγκροτούν νέες εθνοκοινωνικές ομάδες. Αυτή η περίοδος παρακμής έχει επίδραση και στην τέχνη.  Οι αιώνες που ακολουθούν μετά την κάθοδο των Δωριέων στην Ελλάδα χαρακτηρίζονται ως Γεωμετρική εποχή γιατί η κατ’ εξοχή μαρτυρία της εποχής η τέχνη και ειδικότερα η αγγειογραφία είναι ολοκληρωτικά συνεπαρμένη από τη γεωμετρική διακόσμηση. . Γεωμετρικά  πρότυπα οδηγούσαν ακόμη και το πινέλο μεγάλων ζωγράφων ελληνικών αγγείων.
 Αρχικά  τα σχέδια περιορίζονται σε ομόκεντρα ημικύκλια και κύκλους στο επάνω μέρος του αγγείου. Αργότερα το γεωμετρικό ρεπερτόριο πλουτίζεται και καλύπτεται ολόκληρη η επιφάνεια του αγγείου, σε μια αυστηρή και  λογική διάταξη. Στο τέλος της περιόδου φιγούρες ανθρώπων και αυτές γεωμετρημένες, οργανώνονται σε συνθέσεις που περιγράφουν μια σκηνή, συνηθέστερη είναι η «πρόθεση» και η «εκφορά» του νεκρού με συνοδευτικές παραστάσεις πομπών με άρματα. Άλλες παραστάσεις με πλοία είναι ίσως εμπνευσμένες από τα επικά τραγούδια, μύθους και παραδόσεις. Σ’ αυτή την εποχή, εξάλλου εμφανίζονται τα ομηρικά έπη, η ελληνική μυθολογία, η ολυμπιακή θρησκεία.
Η εξέλιξη της τέχνης στη Γεωμετρική εποχή, κρατά περισσότερο από 4 αιώνες και επιτελείται με αργό αλλά σταθερό ρυθμό.
Η γεωμετρική τέχνη με τη χαρακτηριστική καταστολή του αισθήματος θα κληροδοτήσει στις επόμενες φάσεις την αγάπη για τη γεωμετρική αφαίρεση, τη σφιχτοδεμένη και απόλυτα χαλιναγωγημένη σύνθεση, τη λογική, την πνευματικότητα.
Εμείς θα μιλήσουμε για τον κρατήρα του Hirschfield (πήρε το όνομά του από το όνομα του πρώτου γερμανού μελετητή αυτού του έργου και ανήκει στην Ύστερη Γεωμετρική περίοδο Ο κρατήρας του Hirschfield χρονολογείται μεταξύ 745 740 π.Χ. και έχει ύψος 1,23μ.  Ο τύπος του σχετίζεται με ανδρική ταφή.  Στις γυναικείες ταφές χρησιμοποιούνταν αμφορείς με λαβές στην γάστρα, ενώ στις ανδρικές αμφορείς με λαιμό ή κρατήρες με ψηλό πόδι.
dipylo.jpg
Εικόνα 4
Αττικός κρατήρας της Ύστερης Γεωμετρικής εποχής. 745-740 π.Χ.
 πρόκειται για ένα επιβλητικό επιτάφιο αγγείο από το νεκροταφείο του Κεραμικού της Αθήνας. Το κύριο θέμα είναι η Εκφορά του νεκρού, δηλαδή η μεταφορά του για ενταφιασμό.      Η διακόσμηση του αγγείου τόσο των παραστάσεων, όσο και των διαφόρων άλλων γεωμετρικών σχημάτων (κύκλων, μαιάνδρων, αγκυλωτών σταυρών, ομόκεντρων κύκλων) είναι ζωγραφισμένη επάνω σε κιτρινωπή επιφάνεια με στιλπνό μελανό ή καστανό χρώμα.
Στο αγγείο αυτό οι εικονιστικές σκηνές έχουν περιορίσει κατά πολύ τα γεωμετρικά στοιχεία. Στην πρώτη εικονιστική ζώνη (εικ. 5) ανάμεσα στις λαβές εμφανίζονται τα εξής: Η νεκρική κλίνη μεταφέρεται πάνω σε ένα άρμα με δύο τροχούς που το σέρνουν δύο άλογα. Πάνω από το νεκρό παρατηρούμε ένα αβακωτό κόσμημα που θα μπορούσε ίσως να θεωρηθεί ως κάποιο ύφασμα με το οποίο ήταν σκεπασμένος ο νεκρός. Άνδρες, με εγχειρίδια στη μέση και γυναίκες, στραμμένοι προς το νεκρό τον θρηνούν, ενώ πλήθος άλλων φαίνεται να ακολουθεί. Ομάδες θρηνωδών  βλέπουμε και κάτω από τις λαβές όπως και στην άλλη πλευρά του αγγείου που δεν σώζεται καλά Αττικός αμφορέας του ζωγράφου του Διπύλου. 755-750 π.Χ.

Εικόνα 5
Λεπτομέρεια από την πρώτη εικονιστική ζώνη 
Hirschfeld-b2.JPG
 Hirschfeld-c222.JPG    

Εικόνα 6
Λεπτομέρεια από τη δεύτερη εικονιστική ζώνη
Ο ζωγράφος του Hirschfield φαίνεται να έχει επηρεαστεί από το έργο του ζωγράφου του Διπύλου αν και το όλο σχέδιο του πρώτου δεν φαίνεται να έχει την ακρίβεια και τη στιβαρότητα που το έργο του δεύτερου διαθέτει.
Αξιοσημείωτη ωστόσο και παράλληλα εντυπωσιακή θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί η προσπάθεια του ζωγράφου του Hirschfield να αποδώσει με σχετικά πρωτόγονο τρόπο την τρίτη διάσταση - το βάθος- αλλά και την κίνηση. Ως προς το βάθος την προσπάθεια του αυτή παρατηρούμε στα πόδια της νεκρικής κλίνης (τα πίσω μικρότερα), αλλά και στα άλογα (το κεφάλι του ενός μικρότερο από το άλλο, το ύψος του ενός μεγαλύτερο από το δεύτερο). Ως προς την κίνηση στις ρόδες της άμαξας, οι οποίες φαίνεται να μην ακουμπούν στο έδαφος.
Η λατρεία των Θεών γινόταν μέσα στα ανάκτορα ή στις επαύλεις.
  2 ΠΕΡΙΟΔΟΣ (700- ΑΡΧΑΊΚΗ 480 π. Χ.)
Κατά τον 8ο αι. έχουμε αλλαγές στον τρόπο  διακυβέρνησης των πόλεων-κρατών. Ο 8ος αι. διέπεται από τις θεμελιακές    μεταβολές του τέλους της Γεωμετρικής Εποχής, που έρχεται με το τέλος των Περσικών πολέμων  που επέφεραν οι πολιτικοκοινωνικές αναστατώσεις και οι περιβαλλοντικές αντιξοότητες, ανάγκασαν πολλούς  Έλληνες να ιδρύσουν αποικίες σε όλα τα παράλια της Μεσογείου, τη βόρεια Αφρική και τα βόρεια παράλια του Εύξεινου Πόντου.  Η οικονομική άνθιση  επιτρέπει στις πόλεις  να αλλάξουν μορφή, αλλά και η εμφάνιση της Ελληνικής γραφής είναι αυτή που θα παίξει ζωτικό ρόλο  σε όλους τους τομείς της δομής μιας πόλης (πολιτικά, κοινωνικά, πολεμικά, θρησκευτικά αλλά και στο εμπόριο το οποίο γνώριζε πολύ μεγάλη άνθιση). Η κοινή γραφή βοηθάει στην επικοινωνία μεταξύ των αποικιών του Ελλαδικού χώρου, και μπορούμε πλέον να μιλάμε για έναν ενιαίο πολιτισμό, με μια συλλογική ενιαία Ελληνική συνείδηση. Οι  μετακινήσεις αυτές στάθηκαν καθοριστικές για την εξέλιξη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Οι  Έλληνες απέδωσαν όλη αυτή την ανάπτυξη στη βοήθεια των Θεών τους. Από το μεγάλο πλήθος των Θεών και Ηρώων της Ελληνικής  Μυθολογίας οι αρχαίοι ημών πρόγονοι διάλεξαν τους δώδεκα πιο αντιπροσωπευτικούς και συμβολικούς και τους τοποθέτησαν ως προστάτες και κριτές τους,  να τους  επιβραβεύουν ή επικρίνουν από το ανάκτορο τους  ψηλά στον Όλυμπο. Οι Έλληνες προβάλλουν πάνω στους δώδεκα Θεούς τα δικά τους ελαττώματα και προτερήματα, τα πάθη τους και τις αδυναμίες τους, τους έρωτες και τα μίση τους.  Αν  και έχουν πάψει να υφίστανται οι πανελλήνιες θεότητες όπως τις γνωρίζουμε από τον Όμηρο και υπερισχύει η κατά τόπους θεότητα στις πόλεις –κράτη. Επίσης  αυτή την εποχή έχουμε την ανάπτυξη των μυστηρίων –το Μυστηριακό, το Διονυσιακό και το Ορφικό- τα οποία ρεύματα πιθανόν έχουν την προέλευση τους από την Θράκη, Φρυγία και Λυδία. Το Διονυσιακό ρεύμα υπήρξε και το σπουδαιότερο, γιατί ήταν και η ρίζα της ανάπτυξης της αρχαίας τραγωδίας.
 Η επαφή με την Ανατολή έδωσε μια δυναμική ώθηση στην τέχνη. Οι καλλιτέχνες μαθαίνουν  νέες  τεχνικές και εμπνέονται από τα ανατολικά πρότυπα. Σε καμία περίπτωση η μίμηση αυτών των προτύπων δεν είναι δουλική. Οι  Έλληνες τεχνίτες με τη λιτή πλαστικότητα που χαρακτηρίζει τη γνήσια ελληνική δημιουργία σφραγίζουν τη μοναδικότητα της τέχνης τους. Αρχικά κυριαρχεί η μνημειακή απόδοση των μορφών ιδίως στη γλυπτική με τους γυμνούς Κούρους και τις ντυμένες με δωρικό πέπλο ή ιωνικό χιτώνα Κόρες.  Παριστάνουν αθάνατους και θνητούς, αθλητές, ιερείς, πιστούς ακόμη και νεκρούς, όλους όμως στο άνθος της ηλικίας τους.
Γλυπτική
Ρόλος της ήταν να διακοσμήσει ναούς και ταφικά μνημεία. Απεικονίζει κυρίως θεούς και χρησιμοποιούσαν τα αετώματα και τις ζωφόρες  για να εξιστορήσουν  θέματα για τους αγαπημένους τους Θεούς.
 Αγγειογραφία
 Οι τεχνικές κατακτήσεις στην αγγειογραφία είναι επίσης σημαντικές. Οι αγορές μεταξύ των λιμανιών της Μεσογείου, ήταν η αιτία για έναν ανταγωνισμό μεταξύ των εργαστηρίων. Με βάση τις κατακτήσεις της γεωμετρικής περιόδου και το συνδυασμό μιας ζωηρόχρωμης  ανατολίζουσας τεχνοτροπίας, οδήγησε την κεραμική στο να χρησιμοποιήσει ευχάριστη διακόσμηση. Οι περισσότεροι αγγειογράφοι αντλούσαν τα θέματα τους από τα ομηρικά έπη, τους άθλους του Ηρακλή και την Διονυσιακή λατρεία.
 Στο ξεκίνημα του 6ου αιώνα π.Χ., η αθηναϊκή κεραμική ανάπτυξε νέα σχήματα και αφομοίωσε τις κορινθιακές επιδράσεις του μελανόμορφου ρυθμού τον οποίο οι Κορίνθιοι κεραμείς έχουν ήδη ανακαλύψει από τις αρχές κιόλας του 7ου αι. π.Χ.. Στο ρυθμό αυτό οι φιγούρες σχεδιάζονται στην κόκκινη επιφάνεια του αγγείου και γεμίζονται με μαύρο χρώμα ενώ οι λεπτομέρειες με χάραξη και δύο επίθετα χρώματα, λευκό και ιώδες Οι αττικοί κεραμείς, προκειμένου να εισχωρήσουν στις διεθνείς αγορές προσαρμόζουν την παραγωγή τους στις απαιτήσεις της αγοράς. Τα αγγεία αυτής της περιόδου συναγωνίζονται στις αγορές της Μεσογείου και του Εύξεινου Πόντου τα κορινθιακά, καθώς και εκείνα των ανατολικών εργαστηρίων. Προς το τέλος της μέσης φάσης, ο αττικός Κεραμικός, καταφέρνει να εκτοπίσει τα κορινθιακά αγγεία και να γίνει ο πρωταγωνιστής σε όλες τις αγορές της Μεσογείου Από την περίοδο αυτή επιλέξαμε να μελετήσουμε τα θραύσματα ενός αγγείου (εικ. 7) που προέρχονται από αττικό μελανόμορφο κάνθαρο, αγγείο πόσης αποτελούμενο από ένα βαθύ κύπελλο με δύο όρθιες κάθετες λαβές, συνήθως υπερυψωμένες.
Πρόκειται για ένα σχήμα όχι πολύ συνηθισμένο στην Αττική, σε αντίθεση με τη Βοιωτία που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλές. Το αγγείο υπογράφεται από τον αγγειοπλάστη και αγγειογράφο Νέαρχο, τα έργα του οποίου χαρακτηρίζονται από την έξοχη σχεδίαση και την εμμονή στη λεπτομέρεια. Ο ζωγράφος αυτός όπως και ο Κλιτίας, ο Σοφίλος αλλά και άλλοι, χρησιμοποιεί επίθετο λευκό χρώμα, για τη δήλωση του δέρματος γυναικών αλλά και την απόδοση λεπτομερειών.axileas2.JPG
Εικόνα 7
Αττικός μελανόμορφος κάνθαρος, 560-555 π.Χ. Σώζεται αποσπασματικά. Σωζόμενο ύψος μεγαλύτερου οστράκου 15,5 εκ. από την Ακρόπολη των Αθηνών.
Διακρίνουμε μια κάθετη επιγραφή σε δύο σειρές, η οποία δεν σώζεται ολόκληρη, και δηλώνει τον κεραμέα αγγειογράφο Νέαρχο «ΝΕΑΡΧΟΣΜΕ / ΓΡΑΦΣΕΝ ΚΑ[ΠΟΙΕΣΕΝ. Χρονολογείται γύρω στο 560 π.Χ. Στο αγγείο εικονίζεται η ετοιμασία του άρματος του Αχιλλέα και ο οπλισμός του. Διακρίνουμε μια ψηλή και επιβλητική μορφή που ξεπερνά το χώρο της παράστασης και ταυτίζεται με την επιγραφή (ΑΧΙΛΕ).
Επιγραφές πάνω από τα άλογα μας δίνουν τα ονόματα των δύο από τα τέσσερα άλογα, ΧΑΙΤΟΣ, ΕΥΘΟΙΑΣ, ενώ κάτω από την κοιλιά του μπροστινού αλόγου σώζεται το γράμμα Π πιθανόν του ονόματος του τρίτου αλόγου. Τα ονόματα που ο Νέαρχος χρησιμοποιεί μας προξενούν εντύπωση όντας διαφορετικά απ' εκείνα που αναφέρονται στην Ιλιάδα. Στο έπος, το άρμα του Αχιλλέα είχε δύο άλογα, τους αθάνατους Ξάνθο και Βαλίο.

Όμως η τεχνική αυτή περιορίζει την πλαστικότητα, τη φυσική κίνηση των φιγούρων και την ελεύθερη έκφραση. Προς το τέλος της αρχαϊκής περιόδου αναπτύσσεται ο Ερυθρόμορφος ρυθμός με πιο πολλές δυνατότητες. Οι φιγούρες τώρα αφήνονται άβαφτες στο φυσικό χρώμα του πηλού, ενώ το φόντο γεμίζεται με μαύρο. Όλες οι λεπτομέρειες στο πρόσωπο και στο σώμα, οι πτυχώσεις στα φορέματα και άλλα στοιχεία αποδίδονται με μεγάλη ευαισθησία και φυσικότητα, όχι με ξυστές γραμμές αλλά με ευέλικτες γραμμές που τραβιούνται με το πινέλο. Ανακαλύπτει θέματα από τη μυθολογία, τους θρύλους και τις παραδόσεις.
Αρχιτεκτονική
  Επίσης επηρεάζονται από τους ανατολικούς λαούς και αρχίζουν να κτίζουν ξεχωριστά οικήματα τους ναούς για να λατρεύουν τους Θεούς τους. Η λέξη άγαλμα σημαίνει αυτό που κάνει το Θεό να αγάλλεται, να χαίρεται. Έτσι φρόντιζαν το άγαλμα του Θεού που βρισκόταν μέσα στο ναό, όπως επίσης έδιναν μεγάλη προσοχή και στο ναό. Ενώ οι ίδιοι  παρέμεναν έξω από το ναό, όπου και βρισκόταν και ο βωμός  για τη θυσία. Στην αρχή οι ναοί ήταν ξύλινοι, στην πορεία όμως έγιναν από μάρμαρο. Η κατεύθυνση του ναού είναι  από την  ανατολή προς τη δύση σε αντίθεση με τους χριστιανικούς αργότερα. Η ίδια εποχή δίνει επίσης δύο θεμελιακούς ρυθμούς στην αρχιτεκτονική, το Δωρικό και Ιωνικό που θα τελειοποιηθούν στα κλασικά χρόνια. Η κάτοψη, κοινή και στους δυο ρυθμούς, βασίζεται στο μέγαρο, κληρονομιά από τους Μυκηναίους. Ο Δωρικός είναι λιτός και αυστηρός με βαριές αναλογίες σε αντίθεση με τον Ιωνικό ο οποίος χαρακτηρίζεται από ανάλαφρες αναλογίες και περισσότερη διακοσμητικότητα. Ο κίονας στον Ιωνικό ρυθμό αποτελείται από ραβδώσεις που καταλήγουν σε καμπύλες, ενώ στο Δωρικό καταλήγουν σε μύτες. Στο τέλος του κίονα στο σημείο που ενώνεται με το κιονόκρανο υπάρχουν οι δακτύλιοι εγκοπής, τρεις ή τέσσερεις. Δακτυλίους  παρατηρούμε στα αρχαϊκά χρόνια (ναός Αμφαίας  στην Αίγινα). Στα κλασικά έχουμε μόνο ένα, ενώ στα ελληνιστικά καταργείται. Στο Δωρικό ρυθμό μετά το επιστύλιο έχουμε το τρίγλυφο και τη μετόπη, η οποία έχει μία ανάγλυφη ή γραπτή διακόσμηση. Στο τμήμα ανάμεσα σε δύο κίονες αντιστοιχούν δύο μετώπες και τρία τρίγλυφα (ορθογώνια πλάκα μαρμάρου με γλυφές). Στον Ιωνικό ρυθμό το επιστύλιο έχει ζωφόρο, δηλ. μία ζώνη από ανάγλυφες πλάκες. Ονομάζεται ζωφόρος επειδή φέρει ζωή. Στον αρχαϊκό ναό γλυπτά και τρίγλυφα εναλλάσσονται πάνω από το επιστύλιο με αυστηρή κανονικότητα. Το ίδιο πλαστικό σχήμα χρησιμοποιήθηκε στους μεταγενέστερους χρόνους, αλλά οι παραστάσεις τοποθετούνται με περισσότερη ελευθερία και τα γλυπτά στις μετώπες και τα αετώματα απέκτησαν περισσότερη κίνηση και παλμό.
  Επιπλέον δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι αρχαίοι έβαφαν τους ναούς έκτος από τους κίονες και το επιστύλιο, με έντονα χρώματα, κυρίως κυανό και κόκκινο, όπως άλλωστε έβαφαν και τα αγάλματα. 
 Οι Έλληνες δεν βασίστηκαν μόνο στη γνώση όπως οι Αιγύπτιοι αλλά και στην όραση. Έτσι δοκίμασαν νέους τρόπους στην αναπαράσταση του ανθρωπίνου σώματος.
  Βαθμιαία οι Έλληνες γλύπτες δίνουν στα δημιουργήματά τους κίνηση, έκφραση, καθώς και την ανεπτυγμένη αίσθηση της ατομικότητας για την αντίληψη του ωραίου.
Μνημειακή πλαστική
Τον 7ο αι. εγκαταλείπουν τα μικρά αγάλματα της γεωμετρικής περιόδου και γίνονται υπερμεγέθη. Τρεις οι κυριότερες τάσεις:
Πρώιμη (700-620 π.Χ.)
Αυστηρό τονισμένο, μετωπικό στήσιμο και τριγωνικό πρόσωπο οι βόστρυχοι καλύπτουν τα ζυγωματικά και πέφτουν δεξιά και αριστερά στους ώμους. Τα πρόσωπα δεν εκφράζουν συναισθήματα απλώς διαγράφεται ένα μειδίαμα. Προς το τέλος του 7ου αι. γίνεται πιο κυβική και παράλληλα με τις αλλαγές στην απόδοση και των επιμέρους στοιχείων θα ανοίξει το δρόμο στην ώριμη αρχαϊκή περίοδο. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα το άγαλμα της Αρτέμιδος από τη Δήλο 620 π.Χ.
Ώριμη (620-480 π.Χ.)
Τέλος του 6ου αι. αρχές του 5ου αι. π.Χ. η κίνηση γίνεται πιο ελεύθερη κλασσικό παράδειγμα ο Ηνίοχος των Δελφών.
Ύστερη 490 π.Χ.
Σχετίζεται με την αρχιτεκτονική αξιοποίηση της γλυπτικής και τους τρόπους στερέωσης των αγαλμάτων στα αετώματα και στις προσόψεις των ναών.
Στα πρόσωπα οι εκφράσεις γίνονται έντονες και αποτυπώνονται ισχυρά συναισθήματα όπως αγωνία, πάθος, πόνος.
Οι κούροι αποκτούν πιο φυσικό ύψος και αρχαϊκό μειδίαμα.
Στη ζωγραφική προσπάθησαν να φαντασθούν δύο ανθρώπους αντικριστά και λίγο πριν το 500 π.Χ. ανακάλυψαν τη βράχυνση των μορφών. Σπουδαία στιγμή ήταν όταν ένας καλλιτέχνης σχεδίασε πως θα φαινόταν ένα πόδι από μπροστά.

 Από τις αρχές του 6 αιώνα  π.Χ. μπορεί να γίνει λόγος για  «αρχαϊκό»  στυλ, στο οποίο βρίσκουμε  προμηνύματα της μεταγενέστερης νατουραλιστικής αντιλήψεως,  παρ’ όλο που κυριαρχείται από μια αυστηρή γεωμετρία Οι πυκνοί βόστρυχοι όπως και στα γλυπτά της Μεσοποταμίας, πλαισιώνουν τα τριγωνικά μάτια και επισημαίνουν μια προτίμηση για τις στυλιζαρισμένες μορφές. Το στόμα είναι ανασηκωμένο στις γωνίες σε μια έκφραση που χαρακτηρίστηκε αργότερα σαν «αρχαϊκό» χαμόγελο και που την ξαναβρίσκουμε σε όλα σχεδόν τα αγάλματα της περιόδου αυτής .Η γεωμετρία ρύθμιζε ακόμη και την αναπαράσταση των ανθρωπίνων σωμάτων κατά τη διάρκεια της αρχαϊκής περιόδου. Δεν πρέπει ακόμη να αποκλείουμε ότι οι πρώτες αυτές μορφές προέρχονταν από αιγυπτιακά πρότυπα.
Όμως, μ’ όλο που εργάζονταν μέσα σ’ ένα αυστηρότατο πλαίσιο καθιερωμένων κανόνων και συμβάσεων, υπήρξαν μέγιστοι καλλιτέχνες, όπως ο δημιουργός της εξαίσιας Ήρας της Σάμου.
Στην ίδια αυτή περίοδο ο μαθηματικός Πυθαγόρας αποδείκνυε ότι η αρμονία του σύμπαντος στηρίζεται στη γεωμετρία.
Ανατολίζουσα περίοδος
Στην ανατολίζουσα περίοδο (720-650 π.Χ.) έχουμε τα πρώτα σπουδαία δείγματα ελληνικών γλυπτών. Στα τέλη του 8ου αιώνα π. Χ., λόγω των πολιτικών και κοινωνικών αλλαγών, οι Έλληνες ήρθαν σε επαφή με τους λαούς της Ανατολής, ανέπτυξαν εμπορικές σχέσεις μαζί τους και, εκτός από την ανταλλαγή αγαθών, αντάλλαξαν και πολιτιστικά στοιχεία. Νέες τεχνοτροπίες εμπνευσμένες από ανατολικά και αιγυπτιακά πρότυπα έδωσαν στην τέχνη του 7ου  π.Χ. αι. το όνομα ανατολίζουσα. Στη γλυπτική τα δάνεια και οι επαφές με την Ανατολή οδήγησαν στη γέννηση της ελληνικής μνημειακής πλαστικής και η περίοδος αυτή έχει να μας παρουσιάσει πολλά σπουδαία επιτεύγματα.
Με την ανάπτυξη των πόλεων-κρατών και το β΄ αποικισμό οι Έλληνες ήρθαν πιο κοντά εγκαταλείποντας τις πολιτισμικές ανταλλαγές με τους κατοίκους της Ανατολής. Οι κάτοικοι της Ιωνίας στη Μ. Ασία ανέπτυξαν τη φιλοσοφία στη μορφή που τη γνωρίζουμε από τους σοφιστές και τους στωικούς της κλασικής εποχής και δημιουργήθηκαν νέα πανελλήνια ιερά και κοινές θρησκευτικές δοξασίες. Όλοι αυτοί οι παράγοντες συντέλεσαν στη δημιουργία των θαυμάσιων αγαλμάτων της εποχής, τους κούρους και τις κόρες, που παριστάνουν νέους και νέες με αβρά χαρακτηριστικά.
Οι κούροι και κόρες είναι τα πολύ μεγάλα μαρμάρινα αγάλματα όρθια, καταπρόσωπο  που κοσμούσαν τα ιερά είτε ως αναθήματα είτε ως επιτύμβια στις νεκροπόλεις. είναι στατικά γλυπτά, σχεδόν ακίνητα, εκτός από το δεξί πόδι που βρίσκεται σε θέση λίγο πιο μπροστά από το αριστερό, με τα χέρια κατακόρυφα ή ελαφρώς λυγισμένα να ακουμπούν στους μηρούς με σφιγμένη την παλάμη σε γροθιά. Κόρη αντιπροσωπεύει τη γυναικεία χάρη και σεμνότητα. Τα σκέλη παράλληλα με ελαφρά προβολή του ενός. Το ένα χέρι συνήθως το αριστερό κατεβασμένο πιάνοντας το φόρεμα έτοιμη να βαδίσει.
 Στα βασικά χαρακτηριστικά τους περιλαμβάνονται το αινιγματικό  μειδίαμα τους, οι προσεγμένες λεπτομέρειές τους (σώμα, μαλλιά) και η ευφορία και η χαρά που φαίνεται στα πρόσωπά τους. Από τα ελάχιστα υπολείμματα χρωμάτων που έχουν βρεθεί, συμπεραίνουμε ότι ήταν αγάλματα χρωματισμένα.
Ανανεώνεται το θεματολόγιο με μυθολογικές, ζωικές και φυτικές σκηνές. Η μορφή αποδίδεται πλέον με γραμμή, αντικαθίσταται η ευθεία από την καμπύλη και την υπερβολή. Ωστόσο αποδεσμεύεται σταδιακά από τις ξένες επιρροές και αποκτά το δικό της ύφος.
Κοσμήματα
Οι αρχαϊκές ελληνικές κοινωνίες του 600 π.Χ. στις παραμονές των περσικών πολέμων χρησιμοποιούσαν τα κοσμήματα τόσο ως σύμβολο οικονομικής επιτυχίας όσο και ως πολύτιμα εμπορεύσιμα είδη
Στα κοσμήματα έχουμε και πάλι τη χρήση του χρυσού. Η θεματολογία εμπλουτίζεται με σφίγγες, πτερωτά άλογα κ.ά. Μεγάλα εντυπωσιακά κοσμήματα, σφυρήλατα και διακοσμημένα με σμάλτο. Το 700 π.Χ. για πρώτη φορά κάνουν την εμφάνιση τους η ανθρώπινη μορφή και οι αφηγηματικές μυθολογικές σκηνές σε γλυπτική τρισδιάστατη φόρμα με ειδικά ορειχάλκινα καλέμια.
    Κλασική εποχή ονομάζουμε την περίοδο που αρχίζει το 480 π.Χ. και τελειώνει το 323 π. Χ., δηλαδή τα χρόνια από το τέλος των Περσικών Πολέμων έως το θάνατο του Μ. Αλεξάνδρου. Το ελληνικό πνεύμα (οι πόλεις-κράτη με κοινές φυλετικές ρίζες, θρησκεία, παραδόσεις) που γνώρισε την παιδική του ηλικία στη Γεωμετρική περίοδο, την εφηβική του στην Αρχαϊκή, γνωρίζει την ωριμότητα του στην Κλασική περίοδο. Κέντρο του πολιτισμού υπήρξε κυρίως η Αθήνα, όπου τα καλλιτεχνικά επιτεύγματα ήταν πολλά (π.χ. οικοδόμηση σπουδαίων έργων στην Ακρόπολη). Επίσης είναι η αρχή μιας νέας μορφής τέχνης αυτή του πορτραίτου, την εποχή του Μ. Αλεξάνδρου έχουμε την αρχή της προτομής.
Η αγγειογραφία είναι σχεδόν ολοκληρωτικά ερυθρόμορφη. Οι συνθέσεις είναι πολυπληθέστερες και η τεχνική τελειότητα φτάνει σε αξιοπρόσεχτο σημείο.
  Πρώιμη Κλασική Περίοδος (480-450 π.Χ.)
Τα ιστορικά γεγονότα της περιόδου (Περσικοί Πόλεμοι, εγκαθίδρυση δημοκρατίας κτλ.) έχουν αντίκτυπο στις τέχνες και ειδικότερα στη γλυπτική. Τότε είναι που συντελούνται πολλές μεταβολές. Για παράδειγμα, το βάρος του σώματος μετατοπίζεται στα αγάλματα στο ένα σκέλος, κάτι που έχει ως συνέπεια την αλυσιδωτή μετατόπιση και των λοιπών μελών. Στα γυναικεία αγάλματα προβάλλει ο δωρικός πέπλος και η ανάδειξη του σώματος γίνεται με τον περιορισμό των πτυχών του. Στις πολυπρόσωπες συνθέσεις, πάλι, οι μορφές δεν είναι πια παρατεταγμένες σε μια σειρά αλλά υποταγμένες σε μια κεντρομόλο σύνθεση. Η πιο σημαντική αλλαγή, όμως, είναι η αντικατάσταση του μειδιάματος με μία έκφραση που δείχνει ενδοστρέφεια και περισυλλογή, ενώ όσα κατάλοιπα ζωομορφισμού επιζούσαν έως τότε σβήνουν. Πρωτοπόροι γλύπτες της περιόδου θεωρούνται ο Μύρων, ο Πυθαγόρας, που τις μορφές του χαρακτήριζε ρυθμός και συμμετρία, και ο Πολύγνωτος. Αυτοί έθεσαν τα θεμέλια της κλασικής φόρμας που θα ολοκληρώσει η γενιά του Φειδία και του Πολύκλειτου.
Το «κλασικό μέτρο» στην τέχνη της εποχής διακρίνεται στην ισόρροπη έκφραση λογικής και συναισθήματος, στην αρμονική σχέση ανάμεσα στον εσωτερικό και εξωτερικό κόσμο.
  
Ώριμη κλασική περίοδος (450-420 π.Χ.)
Μετά τα Περσικά η Αθήνα αναδείχτηκε σε σπουδαία πόλη διαθέτοντας ισχυρό ναυτικό. Θεσπίστηκε η Δηλιακή συμμαχία, και τα χρήματα που πρόσφεραν οι πόλεις φυλάσσονταν στη Δήλο. Αργότερα όμως μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και ο Περικλής χρησιμοποίησε μέρος των χρημάτων αυτών για  την ανέγερση του Παρθενώνα. Ο Παρθενώνας χτίστηκε πάνω σε προηγούμενο ναό της Αθηνάς, ο οποίος καταστράφηκε από τους Πέρσες. Άρχισε να χτίζεται το 447 π.Χ. και τελείωσε το 438 π.Χ.
Από το 438 ξεκίνησαν τα έργα διακόσμησης και τελείωσαν το 432 π.Χ.
Αρχιτέκτονες ήταν ο Ικτίνος και ο Καλλικράτης, ενώ την ευθύνη για τη διακόσμηση και τη γενική επίβλεψη του έργου είχε ο Φειδίας.
Την αυστηρότητα των πρώιμων μορφών έχουν τώρα πια διαδεχθεί η ηπιότητα και η ωριμότητα. Τα χαρακτηριστικά της κλασικής τέχνης έχουν αποκρυσταλλωθεί στα γλυπτά του Παρθενώνα, έργο του Φειδία.  Τον οποίο ο Περικλής έχρισε «πάντων επίσκοπος» σύμφωνα με τον Πλούταρχο. Σ’ όλα τα γλυπτά του Παρθενώνα εικονίζονται διάφορα γεγονότα της καθημερινής ζωής. Άλλοι γλύπτες αντάξιοι μαθητές του Φειδία είναι ο Κολώτης, που ήταν ειδικευμένος στην κατασκευή χρυσελεφάντινων αγαλμάτων, ο Καλλίμαχος, που υπήρξε ο εφευρέτης του κορινθιακού κιονόκρανου, κ.ά.
 
Πλούσιος Ρυθμός (430-390 π.Χ.)

 Περίπου το 370 π.Χ. εμφανίζεται ένα νέο στυλ που θυμίζει τον πλούσιο ρυθμό με θέματα του γυναικωνίτη, του γάμου, λατρείας, με μορφές σε τολμηρές στάσεις και πλούσια χρώματα (γαλάζιο, πράσινο). Λέγεται πλούσιος γιατί δημιουργούσαν πολλές πτυχές στα ενδύματα.


Κατά την εποχή αυτή ο καλλιτέχνης επικεντρώνεται στο σχεδιασμό ανάλαφρων καλλίγραμμων μορφών, που προβάλλουν τη γυμνότητα τους. Στους ανδριάντες και τις προτομές αποτυπώνονται τα ατομικά χαρακτηριστικά. Η σύνθετη εικόνα της κλασικής μορφής είναι πλέον παρελθόν.
Ύστερη Κλασική Περίοδος: (390-323 π.Χ.)
Η ευσέβεια προς τους θεούς παραμένει, αλλά τα αγάλματά τους διαφοροποιούνται σε σχέση με τα παλαιότερα χρόνια, τώρα αποκτούν ένα είδος ανθρώπινης χάρης και κομψότητας, ενώ στην τέχνη εισάγονται και θέματα ειδυλλιακού χαρακτήρα. Οι τάσεις που σηματοδοτούν τη γλυπτική τέχνη της περιόδου είναι η σπουδή της ανθρώπινης μορφής μέσα στον τρισδιάστατο χώρο, η απομάκρυνση από την ιδεαλιστική προσωπογραφία, η σπουδή της ιδιαίτερης υφής του γυναικείου γυμνού, η χειραφέτηση του ενδύματος και η μελέτη του φυσικού περίγυρου.
Ο Λύσιππος είναι ο τελευταίος γλύπτης της ύστερης κλασικής περιόδου και είναι αυτός που  άνοιξε το δρόμο προς την ελληνιστική τέχνη.
Χαρακτηριστικά δείγματα της γλυπτικής αυτής υπάρχουν στο διάκοσμο του Μαυσωλείου της Αλικαρνασσού.
 
Οι σημαντικότεροι γλύπτες της κλασσικής εποχής

    5ος αιώνας - Ο Φειδίας είναι ίσως ο σπουδαιότερος γλύπτης της αρχαίας Ελλάδας, εκείνος που φιλοτέχνησε όλα τα γλυπτά του Παρθενώνα και σμίλεψε και το άγαλμα του Δία στην Ολυμπία από χρυσό και ελεφαντόδοντο το οποίο έχει συμπεριληφθεί στα επτά θαύματα της αρχαιότητας και άγγιζε την τελειότητα. Κοσμήματα
Οι νικηφόροι πόλεμοι μεταξύ 490-470 π.Χ. έφεραν πολύ χρυσάφι στην Ελλάδα. Ένας σημαντικός νεωτερισμός κάνει την εμφάνιση του στη μορφολογία των κλασσικών κοσμημάτων, τα βραχιόλια γίνονται κυλινδρικά με απολήξεις ζώων, κυρίως κριαριών. Το σχήμα του φιδιού χρησιμοποιείται επίσης για πρώτη φορά.

4. Ελληνιστική Εποχή (323-31 π. Χ.)
Η καινούργια εποχή που ανατέλλει μέσα από τον μακρόχρονο και καταστρεπτικό Πελοποννησιακό πόλεμο για τις πόλεις-κράτη του Ελλαδικού χώρου, είναι μία περίοδος ευημερίας και αυξανόμενης λάμψης και δύναμης.
  Τα χρόνια του Αλέξανδρου και κατόπιν η Ρωμαϊκή κυριαρχία θα κλονίσουν κι άλλο τις αντιλήψεις της εποχής. Η αποδυνάμωση των πόλεων και η δημιουργία κρατών, ο επηρεασμός από τις ανατολικές θεότητες θα επηρεάσει τον τρόπο σκέψης.
     Κατά την ελληνιστική εποχή η ελληνική αντίληψη για τη ζωή και την τέχνη θα διαδοθεί από τον Μ. Αλέξανδρο και τους διαδόχους του στα βάθη της Ανατολής και τις Ινδίες, και αυτό γιατί οι κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου βοήθησαν στην εξάπλωση του ελληνικού πνεύματος. Σ’ όλες τις κυριαρχημένες χώρες όπου ιδρύονται αξιόλογα πνευματικά κέντρα, κυριαρχεί το ελληνικό πνεύμα, η εποχή αυτή ονομάζεται Ελληνιστική περίοδος, θα επιβληθεί και θα επηρεάσει τις τοπικές δραστηριότητες. Οι μεγαλύτερες πόλεις στολίζονται με εντυπωσιακά κτίρια, όλα διακοσμημένα με έργα γλυπτικής, που τα θέματά τους οι καλλιτέχνες τα αντλούν από την παράδοση της κλασικής εποχής. Κυριαρχεί το στοιχείο της φύσης, οι εικόνες της καθημερινής ζωής, η απεικόνιση της παιδικής ηλικίας κτλ. Οι μορφές εμφανίζονται τρισδιάστατες μέσα στο χώρο και οι καλλιτέχνες επιδιώκουν να αποδώσουν την κίνηση όσο πιο πιστά γίνεται.
Είναι η εποχή που δεν κοιτάζει μόνο τους ουρανούς αλλά και τη γη, τον κοινό θνητό.
Αρχίζουν να δημιουργούνται τα πρώτα συμπλέγματα με δύο ή περισσότερες ολόγλυφες μορφές, στα οποία εκτός από το φυσικό εκφραστικό πλάσιμο των μυώνων και όγκων, παρατηρούμε την εφαρμογή πολύπλοκης κίνησης σε δραματικές σκηνές που έρχονται σε αντίθεση με τα κλασικά έργα. Ο ρεαλισμός, η ελευθερία και η τεχνική της ελληνιστικής γλυπτικής -πρώιμης, ώριμης και ύστερης- σχημάτισε πρακτικά τη βάση ενός μεγάλου τμήματος της μεταγενέστερης ευρωπαϊκής τέχνης. Οι γλύπτες τούτης της περιόδου, υπερβαίνοντας τα όρια του εξιδανικευμένου, διείσδυσαν περισσότερο στην ουσία της ζωής και των συναισθημάτων που παράγει. Είναι η εποχή στην οποία εγκαταλείπονται οι παραδοσιακοί ελληνικοί θεσμοί και η θρησκευτική επισκίαση στις εικαστικές τέχνες. Οι γλύπτες επιλέγουν περισσότερα κοσμικά θέματα, στα οποία καθρεφτίζεται ο εσωτερικός χαρακτήρας, τα συναισθήματα και τα βιώματα, ο ερωτισμός και η βία, αλλά πάνω απ' όλα η ανάγκη της αλήθειας.
 Κοσμήματα
Καθιερώνεται τώρα η πολυχρωμία που επιτυγχάνεται με τη χρήση ημιπολύτιμων και μερικές φορές πολύτιμων λίθων. Μένουμε έκθαμβοι μπροστά στην τελειότητα των εγχάρακτων αλλά και των έκτυπων διακοσμήσεων, πάνω στο χρυσό, κοσμήματα αλλά και άλλα χρηστικά αντικείμενα που βρέθηκαν στους βασιλικούς Μακεδονικούς τάφους.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1.      ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΦΥΤΡΑΚΗ)
2.      ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (Α. ΛΑΔΟΜΜΑΤΟΣ)
3.      INTERNET (ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΑΓΓΕΙΩΝ ΜΕ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ)
4.      INTERNET (Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ  ΓΛΥΠΤΙΚΗΣ)
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ
1ον ΕIΝΑΙ Η 1η ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩ ΤΟ WORD
2ον EINAI H 1η  ΦΟΡΑ ΠΟΥ ΚΑΝΩ  ΕΡΓΑΣΙΑ
 







Μετάφραση σελίδας